Σάββατο 22 Ιουλίου 2017

Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΣΤΟ ΚΕΛΙ ΤΗΣ ΦΥΛΑΚΗΣ ΤΟΥ ΚΑΠΕΤΑΝ ΣΠΑΣΟ ΣΠΑΣΟΒΙΤΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ


Ξαφνικά εμφανίζεται στή μέση τής αίθουσας κάποιο κόκκινο φώς, σάν βεγγαλικό σέ δίνη. Ό Σπάσο κοιτάζει έκπληκτος. Σταδιακά αυτή ή δίνη παίρνει τό σχήμα ανθρώπου. Μοιάζει σάν κάποιος κομψός κύριος μέ μαύρο κοστούμι σέ γιορτή, μέ ήμίψηλο καπέλο καί ένα φωτεινό μεταλλικό ραβδί στό χέρι. Χωλαίνει πολύ από τό ένα πόδι. Τό πρόσωπό του είναι θολό καί εντελώς ακαθόριστο. 

- Μέ γνώρισες, εχθρέ μου; γάβγισε βραχνά σα γέρικο σκυλί ό άγνωστος. Είμαι εκείνος τόν όποιο τρέμει ό ουράνιος Θρόνος, κι εσύ θέλεις να μου εναντιωθείς; Είμαι ό γιατρός πάνω από όλους τους γιατρούς. Θεραπεύω τούς ανθρώπους από τήν ύγεία, από τήν άλήθεια, από τήν όμοθυμία, από τό έλεος, από τήν εύσέβεια κι από όλες τις άποκαλούμενες άρετές. Είμαι διδάκτωρ όλων των έπιστημών καί των γνώσεων τής ύποκρισίας, δηλαδή τής κακής χρήσης όλων των ανθρωπίνων γνώσεων καθώς καί όλων των ανθρωπίνων ικανοτήτων.
Εγώ κυβερνώ τόν κόσμο μέ τή βοήθεια έξι μεγάλων καταχρήσεων, πού είναι: ή κατάχρηση της γνώσης, ή κατάχρηση τής έξουσίας, ή κατάχρηση τού πλούτου, ή κατάχρηση τής σωματικής ομορφιάς, ή κατάχρηση τής τέχνης καί ή κατάχρηση των φαγητών καί τών ποτών. Μέ τή βοήθεια αύτών τών καταχρήσεων καί τού μαγικού μου καθρέφτη δείχνω στούς ανθρώπους τή Χώρα της Ανέφικτης Εύτυχίας κι αύτοί τρέχουν σάν τρελοί.

Κι όταν νομίσουν ότι έφθασαν στήν πύλη αυτής τής χώρας, γυρίζω τόν καθρέφτη από τή σκοτεινή πλευρά κι εκείνοι επιστρέφουν απογοητευμένοι.
Αύτό τό κάνω γιά νά διασκεδάσουμε στο υπόγειο βασίλειό μου καί γιά νά κατεδαφίσω την αύτοπεποίθηση του ούράνιου Θρόνου. Αλλά, πώς βρέθηκες εσύ κι ανοίγεις τά μάτια των άνθρώπων καί τούς λές τό μυστικό γιά τή Χώρα τής Ανέφικτης Εύτυχίας;

Είσαι δούλος Εκείνου πού κρεμάστηκε στό Ξύλο,
Εκείνου πού μέ κτύπησε καί μέ σακάτεψε μ’ αυτό τό Ξύλο - άλίμονο! φώναξε ό κομψός κύριος και φοβισμένος άρχισε νά περιστρέφει γύρω του το μπαστούνι του σά νά ήθελε νά αμυνθεί...

- Ποιος κτυπά; Ποιος άλλος είναι σ’ αυτό το δωμάτιο; Δέν παραξενεύεσαι πώς κι έχω τόσα διδακτορικά; Δικά μου ήταν άνέκαθεν. Εγώ δέν τα λαμβάνω, άλλά τά μοιράζω σέ όλους όσους γράφουν διατριβές καί βιβλία έναντίον Εκείνου του Όποιου είσαι δούλος. Τούς δίνω ιδέες γιά τό πώς νά γράψουν ένάντια σ’ Εκείνον. Αφού στόχος μου είναι νά Τον έκδικηθώ πού μέ έδειρε καί μέ ντρόπιασε.
Αύτός είναι ό στόχος μου. Οί μέθοδοί μου είναι τό ψέμα καί ή βία. Ώ, άν ήξερες, δούλε της άλήθειας, πόσο γλυκό είναι νά ψεύδεσαι, νά μηχανορραφείς, νά συκοφαντείς, νά σπέρνεις διχόνοια, άκόμα πιο γλυκό νά βλέπεις τή βία από άνθρωπο πάνω σέ άνθρωπο! ’Ά, εσύ, δούλε τού έλέους, προσκύνησέ με ώς παντοδύναμο θεό πού είμαι. Προσκύνησέ με, λοιπόν, καί κάψε τό χειρόγραφο για τή Χώρα τής Ανέφικτης Εύτυχίας κι έγώ θά σέ κάνω εύτυχισμένο. Θά σέ κάνω σουλτάνο τού Μαρόκου κι άν θέλεις ολόκληρης τής Αφρικής.

Ποιος είναι; Ποιος ψιθυρίζει; - Ξέρω ότι εσύ τώρα άναρωτιέσαι γιατί δέν παρουσιάζομαι συχνά στούς ανθρώπους όπως τις παλιές έποχές, έτσι δέν
είναι; ναι, πράγματι αυτή είναι ή τέχνη των τεχνών μου. Όσο παρουσιαζόμουν άνοιχτά, οί άνθρωποι γνώριζαν γιά μένα, φοβόντουσαν καί φυλάγονταν. Αλλά τώρα έπινόησα άποτελεσματικότερο τρόπο. Δέν έμφανίζομαι γιά νά πιστέψουν οί άνθρωποι ότι δέν ύπάρχω. Καί πράγματι, νά, σ’ αυτό τον αιώνα όλοι ισχυρίζονται ότι δέν είμαι, δέν ύπάρχω.

Όσο οί άνθρωποι γνώριζαν ότι ύπάρχω, κάθε κακό τό χρέωναν σέ μένα καί μέ μάλωναν καί μέ καταδίκαζαν. Γι’ αυτό ήταν έλεήμονες απέναντι σ’ έκείνους πού άμάρταναν καί συγχωρούσαν πολύ ό ένας τόν άλλον, κατηγορώντας έμένα γιά κάθε κακό. Τώρα όμως δέν είναι έτσι. Εκσυγχρονίστηκα κι έγώ. Τώρα παραμένω κρυμμένος από τά μάτια των άνθρώπων, γι’ αυτό καί κάθε άνθρωπος κατηγορεί τόν συνάνθρωπό του γιά κάθε κακό. Και είναι άνελέητοι, δέν συγχωρούν. Οί άνθρωποι έγιναν ρηχοί στο νου καί κοντόφθαλμοι από τότε πού δέν τούς έμφανίζομαι, καί δέ βλέπουν τήν πηγή τού κακού σέ μένα άλλά ό ένας στόν άλλο. Και συγκρούονται καί σφάζονται γιά νά ξεριζώσουν τό κακό. Κι εγώ, ό βασιλεύς τού κακού, τό βλέπω καί τό απολαμβάνω. Κι όλο καί περισσότερο κρύβομαι κάτω από τή γή, γιά νά μέ ξεχάσουν οί άνθρωποι εντελώς. Έτσι κάνω όλο καί επιτυχέστερα τή δουλειά μου πρός δόξαν τού μεγαλείου μου.

Οι μικροί έκπρόσωποί μου καί οί πληροφοριοδότες μου ολοκληρώνουν τή δουλειά μου στήν Άσία και τήν Αφρική κι έγώ κτυπώ τόν σημαντικό πύργο Του, τήν Εύρώπη. Καί νά, ό πύργος Του καπνίζει, καίγεται καί φλέγεται, σκορπίζεται καί καταστρέφεται. Οί λίστες μέ τούς «σωσμένους» Του είναι όλο καί μικρότερες, όσο έγώ γεμίζω καί παραγεμίζω τό βασίλειό μου...

Ποιος κρυφοκοιτάζει από τό παράθυρο; Ποιος διαβαίνει τό κατώφλι; Μήπως κάποια συνωμοσία έναντίον μου; - Κι εσύ πιστεύεις άκόμα στήν διατήρηση τής Εύρώπης! Λές ότι ύπάρχουν πολλές λαϊκές μάζες πού κρατιούνται από Αύτόν; Τό γνωρίζω αυτό. Αλλά όλους θά τούς οδηγήσω στο δικό μου κατάστιχο σάν άλογα κτήνη, όπως οί πιστοί μου διδάκτορες ονομάζουν αύτές τις λαϊκές μάζες, τις όποιες θέλουν νά έκπαιδεύσουν καί νά μετεκπαιδεύσουν, φυσικά στό κακό καί κατά τή δική μου συνταγή. - Αυτό! Γιά τήν άκρίβεια, υπάρχει άλλος ένας λόγος πού πρέπει νά κρύβομαι. Αυτός ό καταραμένος λαός Του κρατά ένα όπλο, πού μόλις τό εμφανίσει μου προκαλεί πληγές.

Αυτό είναι εκείνο... αυτό... ξέρεις... τό Σύμβολό Του... αλίμονο! φώναξε πάλι ό κύριος, καί στριφογύρισε μερικές φορές γύρω από τον εαυτό του πατώντας στις μύτες των λουστραρισμένων παπουτσιών του,κινώντας τό ραβδί του δεξιά - άριστερά καί πάνω- κάτω. Κατά τό στριφογύρισμα αυτό ό κύριος πλησιάζει μερικά βήματα τον Σπάσο. Καί, τί παράξενο, μέ μιας μεταμορφώνεται σέ τράγο μέ κέρατα ως τό ταβάνι. Καί συνεχίζει μέ τσιριχτή φωνή:
Κοίτα με τώρα! Τώρα είμαι τράγος. Μπορώ να άλλάξω σέ καθένα καί κάθε τί. Τόση είναι ή δύναμή μου. Όχι όπως Εκείνος πού μπορούσε μόνο να εμφανιστεί μία φορά ώς άνθρωπος κι αυτό όχι σαν κύριος παρά σάν ταλαίπωρος πού μυρίζει ψαρίλα.

Ούτε είχε κανένα διδακτορικό. Μά αν κι Εκείνος έδιωξε τούς νέους μου από τούς ανθρώπους στα γουρούνια, παρ’ όλα αυτά έπρεπε νά μου κάνει μεγάλη παραχώρηση. Ύποσχέθηκε ότι θά μου δώσει όλους όσους κατά τήν Κρίση θά είναι στην άριστερή πλευρά. Τούς άποκάλεσε τράγους. Έτσι έγώ είμαι ό Τράγος των τράγων. Κι έμένα μου άρέσουν περισσότερο οί ύπερήφανοι τράγοι παρά τά χαζά πρόβατα. Καί είμαι βέβαιος ότι θά έχω τήν πλειονότητα κατά τήν Κρίση. Σου προτείνω κι έσένα νά διαγράφεις από τά πρόβατά Του καί να εγγραφείς στούς τράγους μου. Καί να κάψεις εκείνο τό χειρόγραφό σου. Θέλεις ή δέ θέλεις; ’Άν δε θέλεις, τότε... Τη στιγμή εκείνη ό τράγος μετατράπηκε σε ένα τεράστιο φίδι καί άφησε ένα δυνατό σύριγμα: ...τότε θά σε καταπιώ άμέσως. Καί λέγοντας αυτό διπλώθηκε γύρω από τόν Σπάσο και τόν κάλυψε ώς τό κεφάλι. Όμως ό Σπάσο γρήγορα κάνει τό σχήμα του Σταυρού στον αέρα. Καί το φίδι με ένα διαπεραστικό ήχο ξετυλίχτηκε και έσκασε σάν τουφεκιά. Κι όλα έξαφανίστηκαν· μόνο ή δυσοσμία, τό σκοτάδι καί ή ήσυχία γέμιζαν ολόκληρη τήν αίθουσα.

Ό Σπάσο ήταν μούσκεμα στον ιδρώτα. Συνέχισε να σταυροκοπιέται καί να προσεύχεται στον Θεό πάλι καί πάλι. Τέλος ήρθαν δύο φρουροί καί τόν οδήγησαν στο κελί του. Τή νύκτα έκείνη έκτελέστηκαν άκόμα είκοσι πέντε κρατούμενοι από τό παράπηγμα άριθμός 99.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΗΣ ΑΝΕΦΙΚΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ. ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ