Σελίδες

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2019

* Νεοφώτιστη χριστιανή βρήκε τον Θεό με σανίδα σωτηρίας τον καρκίνο!


H 52χρονη Πορφυρία από την Αλβανία μιλά για την απόφασή της να βαπτιστεί ορθόδοξη, για το σκοτεινό μονοπάτι της χωρίς πίστη ζωής της και την αρρώστια, που τελικά την έκανε ακόμα πιο δυνατή...


H Πορφυρία προέρχεται από την Αλβανία, είναι νεοφώτιστη χριστιανή, έζησε αρκετά χρόνια στην Ελλάδα, αγαπούσε από πάντα τον Χριστό και ήρθε η ευλογημένη στιγμή που βαπτίστηκε και πήρε το όνομα Πορφυρία, από αγάπη για τον Άγιο Πορφύριο. Διάφορες δυσκολίες όμως την ανάγκασαν για δεύτερη φορά να ζήσει ως μετανάστης και τώρα ζει με την οικογένειά της στη Γερμανία. Την συναντήσαμε στην Ελλάδα και μας μίλησε με την ζεστασιά του αληθινού χριστιανού που αναστατώθηκε από το χάδι του Θεού. Διηγήθηκε χωρίς ψεύτικη ταπείνωση την πορεία της στο σκοτεινό μονοπάτι τής χωρίς Θεό ζωής και της αρρώστιας που διάβηκε. Μα και την έξοδό της στο ξέφωτο απ’ όπου ανέπνευσε και χάρηκε χωρίς ίχνος έπαρσης, λες και μιλούσε για τον θρίαμβο μιας άλλης γυναίκας.
«Χαίρομαι που βρίσκομαι στην Ελλάδα μετά από τρία χρόνια. Θα προσπαθήσω να τα πω όπως τα ένιωσε η ψυχή μου. Και να μιλήσω έστω και σε λίγους που έχουν τις ίδιες εμπειρίες με εμένα και να τους δώσω κουράγιο. Δεν θέλω να μιλήσω για δικές μου εμπειρίες, αλλά να δοξάσω τον Θεό για όλα όσα μου έδωσε. Θέλω να με αξιώσει ο Θεός, να εκφράσω αυτή την αγάπη και ευγνωμοσύνη που έχω, να την ακούσουν και οι άλλοι. Ξέρετε είναι όμορφα όταν μιλάμε και συμπαραστεκόμαστε όσο μπορούμε σε ανθρώπους που έχουν καρκίνο, αλλά είναι πολύ διαφορετικό όταν περνάς εσύ ο ίδιος από τη φωτιά και θέλεις να μιλήσεις μέσα από την προσωπική σου εμπειρία. Η κοινή εμπειρία λέει πολλά πράγματα. Αρρώστησα που λέτε από καρκίνο για δεύτερη φορά. Την πρώτη φορά είχα αρρωστήσει στα 32 μου. Ενώ λοιπόν μου ήταν γνώριμο τρόμαξα πάρα πολύ. Θυμάμαι την πρώτη ημέρα που πήγα να κάνω την πρώτη χημειοθεραπεία. Είχε φωλιάσει μέσα μου, ένα παράπονο, μια θλίψη, γιατί ήξερα το δρόμο και δεν ήθελα να τον περάσω ξανά. Εκείνη την ημέρα ένιωθα σαν τους ανθρώπους που έχουν καταδικαστεί σε θάνατο και βρίσκονται λίγο πριν την εκτέλεσή τους. Αυτή την αίσθηση είχα όταν άρχισε να ρέει σιγά σιγά το φάρμακο στο αίμα μου. Εκείνη τη στιγμή, δεν θα το κρύψω, με πιάσανε δάκρυα».
Μπροστά σε αυτό τον πόνο δεν μπορείς παρά να σταθείς με απόλυτο σεβασμό και με αυτό το αίσθημα της θέσαμε το ερώτημα αν ένιωσε εγκατάλειψη από τον Θεό…
«Παρόλο τον πόνο, τη θλίψη και τη συντριβή μου με την επιστροφή της αρρώστιας μου δεν βλασφήμησα. Δεν ένιωθα ότι με εγκατέλειψε ο Θεός ή ότι μου έδωσε μια τιμωρία. Με τη χάρη του Θεού πολύ γρήγορα συνήλθα. Κι ενώ ένιωθα σαν να με εκτελούν, ταυτόχρονα σκεφτόμουν ότι το δυνατό φάρμακο, θα το κάνει νεράκι ο Χριστός. Αυτό το δηλητήριο που θα έμπαινε στο αίμα μου, αν δεν ήταν για καλό μου, ο Ιησούς θα το έκανε νεράκι. Μέχρι εκεί ήταν το παράπονό μου και ο πόνος μου, αλλά όχι απέναντι στον Θεό».

Όσα μας ιστορούσε η Πορφυρία ήταν απλά ειπωμένα. Διακρίναμε επίσης την ευγενική πρόοδο που κάνει η ψυχή μέσα από τον πόνο, ώστε να επιθυμεί να μεταδώσει την γνώση που σκληρά απέκτησε και να γίνει ιεραπόστολος του πόνου στους ομοίους της.
«Μετά τον καρκίνο άρχισα να ψάχνω τον εαυτό μου. Είχα διαβάσει για τον γέροντα Παΐσιο αρκετά και επίσης για τον άγιο Πορφύριο, στον οποίο προσευχόμουν πολύ αν και δεν τον είχα γνωρίσει. Ο άγιος Παΐσιος μιλούσε μέσα στην ψυχή μου! Παρότρυνε τους ανθρώπους στην εξομολόγηση και τη θεία Κοινωνία. Έλεγε: “Παιδιά μου, τα πιο πολλά που μας ταλαιπωρούν, είναι δαιμόνια. Αν φτιάξεις τη σχέση σου με τον Θεό, δεν θα έχεις τίποτα. Θα σωθείς”.
Σιγά σιγά λοιπόν άρχισα να δουλεύω τον εαυτό μου και να λέω ότι κάπου έχω κάνει λάθος. Βαπτίστηκα λοιπόν και έγινα Ορθόδοξη Χριστιανή. Μάθαινα τον εαυτό μου μέσα από τα μυστήρια. Κατέφευγα στην εξομολόγηση. Ο άνθρωπος πρέπει να τα λέει όλα στην εξομολόγηση, ακόμα και τις αμαρτωλές σκέψεις του, χωρίς να ντρέπεται. Ας έχει κάνει και τα χειρότερα εγκλήματα του κόσμου. Γιατί όλα είναι τεχνάσματα του πονηρού, ο οποίος θέλει να μας χωρίσει από τον Πατέρα μας. Θέλει λοιπόν ο πονηρός να μας βάζει ψευτοντροπές και τύψεις που μας κάνουν δήθεν τόσο λερωμένους που δεν μπορούμε να πάμε κοντά στον Θεό. Αλλά ο Χριστός είπε ότι εγώ ακριβώς για τους αμαρτωλούς ήρθα, τους πολύ αμαρτωλούς, τους τελώνες και τις πόρνες, δεν ήρθα για τους ενάρετους. Αν ερχόταν για τους ενάρετους θα πήγαινε στους αρχιερείς και τους φαρισαίους μόνο».

Απ’ όσα συζητήσαμε με την Πορφυρία δεν έδειξε καθόλου ότι η εμπειρία αυτή την λάβωσε ρίχνοντάς της σε κατάθλιψη. Δεν ένιωσε ότι ήταν μια τιμωρία του Θεού. Τον καρκίνο και ό,τι έμαθε από αυτόν δεν τα σάρκωσε μέσα της ως τιμωρία. Ήταν σχεδόν πηγή έμπνευσης:
«Συχνά είμαστε μπλεγμένοι μέσα στην ευημερία αυτού του κόσμου, στα ωραία φαγητά, τα ποτά, τα όμορφα ρούχα, που όλα τούτα είναι ό,τι θέλει ο πονηρός να επιδιώκουμε στη ζωή μας. Έτσι σαγηνεύει τους ανθρώπους. Και αυτοί νομίζουν ότι έτσι βαδίζουν καλά. Κι επειδή μέσα στον καρκίνο έζησα, έστω πολύ λίγο, την αγάπη του Χριστού, ήμουν εν Αγίω Πνεύματι πλήρης ακριβώς μέσα στον καρκίνο και δεν μου έλειπε τίποτα. Μπορεί βιώνοντας την ασθένεια να μην μπορούσα καθόλου να φάω, να πιω, να ντύνομαι, να μην έχω μαλλιά, να υστερώ πολύ σε σχέση με τους άλλους ανθρώπους γύρω μου, αλλά εγώ ένιωθα ότι τα έχω όλα, ότι δεν μου έλειπε τίποτα. Διέθετα και τροφή και μαλλιά και ρούχα και ομορφιά. Όλα ήταν η χάρις του Θεού. Κι αν δεν έχουμε αυτή τη χάρη ποτέ δεν θα είμαστε ευτυχισμένοι. Ο Θεός είναι και η χαρά και η υγεία μας και η ευτυχία μας και τα πλούτη μας και τα πάντα εντέλει είναι ο Χριστός. Αυτόν έχουμε χάσει και δοκιμάζουμε τόσο πόνο στη ζωή μας. Θέλω λοιπόν να φωνάξω στους ανθρώπους ότι για μένα ο καρκίνος δεν είναι ο μπαμπούλας που φοβίζει τους ανθρώπους, εγώ δεν τον βλέπω σαν κατάρα. Για μένα αυτό ήταν ευλογία του Θεού. Ο Χριστός ήξερε ότι βαθιά μέσα στην ψυχή μου τον λάτρευα και πριν ακόμη βαπτιστώ. Αυτόν στην ουσία έψαχνα. Είχα καλή ψυχή και ήμουν χριστιανή χωρίς να είμαι. Ωστόσο ήμουν και πολύ αμαρτωλή. Στην άθεη εκείνη την εποχή χώρα καταγωγής μου είχα κάνει δυο εκτρώσεις. Οι γιατροί μού έλεγαν δεν είναι τίποτα η έκτρωση. Αργότερα διάβασα ότι το έμβρυο έχει ψυχή και σπαράζει. Ήμουν άσπλαχνη κι ο Θεός για μένα εύσπλαχνος. Επέτρεψε τον καρκίνο για να καταλάβω ότι κι εγώ μπορεί να βρω το θάνατο. “Αλλά δεν είμαι σαν εσένα, έχω πολλή αγάπη. Σας αγαπώ, δεν σας φοβερίζω. Θέλω να σας χαστουκίσω μόνο μήπως και γυρίσετε πίσω γιατί φύγατε μακριά μου. Πώς να σας γυρίζω εκεί που πάτε ολόισια στον γκρεμό. Επιτρέπω λοιπόν κάτι που εσείς λέτε κατάρα, πόνο και θλίψη, αλλά στην πραγματικότητα είναι αγιασμός. Έτσι τον ένιωσα τελικά τον καρκίνο».
Ο χρόνος στους ασθενείς κυλά σε διαφορετικό ρυθμό, και συχνά ξεκαθαρίζει το ομιχλώδες τοπίο που θόλωνε μέχρι τώρα την κυρίαρχη σκέψη. Αυτό που η Πορφυρία κατέθεσε για την ζωή της όσον αφορά το πριν και το μετά της γνώσης ήταν μάθημα πρώτης τάξεως για ασθενείς και υγιείς:

«Βρήκα όμως πρώτα το χρόνο να σκεφτώ και να βγάλω κάποια συμπεράσματα για μένα και την ζωή μου. Πρώτα είχα πολλά στο κεφάλι μου και δεν σκεφτόμουν τον Θεό. Πήρα χρόνο, μέσα από την αρρώστια, για να σκεφτώ γιατί ήρθα στη ζωή. Για να δουλεύω από το πρωί μέχρι το βράδυ; Για να έχω να καταναλώνω διαρκώς και περισσότερα; Εγώ κατάλαβα ότι δεν ήρθα για αυτό στη γη. Ο λόγος που υπάρχω στη γη δεν είναι για να αμαρτάνω. Τότε δεν υπάρχει λόγος για να ζω. Ο λόγος για να ζω σχετίζεται με την προσπάθεια να καθαρίσω τον εαυτό μου από την αμαρτία. Να κάνω την Πορφυρία πιο καθαρή από το χιόνι, όπως λέει ο ψαλμός… Αυτό πρέπει να ζητάμε από τον Θεό, Αυτός ξέρει μόνο τι είναι το καλό για μας, ανεξάρτητα με αυτά που συνήθως ζητάμε στην προσευχή μας. Είμαστε δυστυχισμένοι γιατί θέλουμε να γίνει το θέλημά μας. Αλλά ο Θεός δεν έχει το ίδιο θέλημα με μας. Γιατί ξέρει πιο καλά από μας αυτό που του ζητάμε πώς θα βγει. Κι έτσι σιγά σιγά έμαθα να αφήνομαι στα χέρια Του. Και ό,τι θέλει ας φέρει».

Θα ήταν αφέλεια να πιστέψουμε ότι μετά από αυτό “το ευτυχισμένο τέλος” έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. Η Πορφυρία δεν μας αφήνει σε τέτοιες ψευδαισθήσεις, πράγμα που δίνει θάρρος στους ανθρώπους που πέφτουν και ξαναπέφτουν, δηλαδή σε όλους εμάς. Θα μας πει:

«Δεν ήμουν πάντα σε κατάσταση χάριτος ας πούμε. Παρόλο που βαπτίσθηκα και κοινώνησα, όταν πήγα στη Γερμανία πάλι μπήκαν οι βιοτικές ανησυχίες. Και θλιβόμουν γιατί δεν γινότανε το δικό μου. Να βγούνε όπως ήθελα εγώ τα πράγματα. Βέβαια ο άνθρωπος νομίζει και στην πνευματική ζωή ότι τα καταφέρνει μόνος του τα πράγματα. Διαβάζει ένα βιβλίο και νομίζει ότι αυτό είναι αρκετό. Μετά έρχεται ο εγωισμός και σε ισοπεδώνει. Γι΄ αυτό θέλω να πω πως για μένα ο καρκίνος ήταν σωτήριος. Με έφερε στον Θεό από τον οποίο είχα φύγει τόσο μακριά. Όταν με εγκαταλείπει ο Θεός είμαι τραγικά δυστυχισμένη. Όλα μου λείπουν, όλα μου φταίνε και θέλω να τα βάλω με όλους και με όλα. Ο Θεός χρησιμοποίησε τον δύσκολο τρόπο για να με επαναφέρει στη σωτηρία. Ο καθένας πρέπει να ψάξει μέσα του αν έχει ή αν έχει χάσει τον Θεό. Ο Θεός είναι παντού και μέσα μας και γύρω μας, αλλά μπορεί εγώ να τον έχω χάσει προσωπικά. Και κάτι πρέπει να κάνω ή να γίνει για να Τον βρω. Παρακαλώ λοιπόν τον Θεό να κατοικήσει στην ψυχή μου, γιατί όλα είναι τελικά δωρεά του Θεού. Κάνε εσύ ό,τι μπορείς και τα άλλα πρέπει να καταλάβεις ότι είναι δωρεές του Θεού».

Εμείς που είμαστε από νήπια βαπτισμένοι, διατρέχουμε όχι σπάνια, τον κίνδυνο να καλλιεργούμε στην πίστη μας μια άψυχη σιωπή. Ένας νεοφώτιστος όμως μετά από τα χρόνια που πέρασε στην άγνοια που του στέρησε την ανάσα, όταν την ξαναβρίσκει ενθουσιάζεται και γίνεται δάσκαλος. Η Πορφυρία μάς παιδαγωγεί:
«Με τη χάρη του Θεού καταλαβαίνω πόσο αγαπώ όλο τον κόσμο και όσους με έχουν πειράξει και στενοχωρήσει. Χωρίς τη χάρη αυτό δεν γίνεται. Οι άνθρωποι δεν πρέπει να φοβούνται ούτε τον καρκίνο ούτε άλλη κακοτυχία. Ακόμα και τα παιδιά μας να χάσουμε, πόσο απόλυτα δύσκολο κι αν είναι αυτό, ακόμα και τότε να μην αποθαρρυνόμαστε. Αν κάποιος θεοποιήσει το παιδί του και ξεχάσει τον Θεό, τότε μπορεί ο χαμός του παιδιού να λειτουργήσει έτσι ώστε να βρούμε τον αληθινό Θεό που είχαμε λησμονήσει. Πρώτα από όλα είναι ο Θεός, τον Χριστό πρέπει να αγαπάμε πάνω από όλους και όλα. Τότε είμαστε πλήρεις. Αν του το ζητήσουμε, ο Θεός θα μας διδάξει τα δικαιώματά Του, θα μας πει τι θέλει από μας. Λέω για τον εαυτό μου ότι είμαι 52 χρονών και έχω ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου. Πρέπει λοιπόν σιγά σιγά να πολεμήσω τα πάθη μου και να γίνω ένα παιδί του φωτός. Παιδί του Θεού, για να δείχνουμε πώς είναι ο Πατέρας μας. Αν δεν είμαστε κι εμείς άγιοι, τότε νομίζουμε ότι ζούμε, αλλά έχουμε πεθάνει. Παράδεισος είναι να έχουμε τον Χριστό μέσα μας. Αλλιώς ποτέ δεν θα είμαστε πλήρεις. Πάντα κάτι θα μας λείπει. Κι αυτό μετά μας οδηγεί σε λάθος μονοπάτια. Γιατί όταν μας λείπει κάτι πάντα το αναζητάμε σε λάθος μέρη».
_____________

Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ, 11.09.2019