Σελίδες

Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2020

Ἐπεφάνης ἐν τῷ κόσμω ὁ τὸν κόσμον ποιήσας


ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου- Καθηγητοῦ
(Θεολογικὸ σχόλιο στὴ μεγάλη Δεσποτικὴ Ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων)Τὰ Ἅγια Θεοφάνεια εἶναι μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἑορτὲς τῆς Χριστιανοσύνης. Κατ’ αὐτὴν ἑορτάζεται τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου στὰ ἰορδάνεια νάματα καὶ ἡ θαυμαστὴ καὶ σπάνια φανέρωση τῆς Τριαδικῆς Θεότητος στὸν κόσμο.
Ἡ σπουδαιότητα τῆς μεγάλης ἑορτῆς φαίνεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτή, μετὰ τὸ Πάσχα, εἶναι ἡ ἀρχαιότερη χριστιανικὴ ἑορτή. Ἱστορικὲς μαρτυρίες ἀναφέρουν ὅτι καθιερώθηκε νωρίτερα ἀπὸ τὸ 140 μ. Χ. ἀπὸ τὴν ὁμάδα τοῦ αἱρετικοῦ Γνωστικοῦ Βασιλείδη στὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου. Οἱ Γνωστικοὶ ἑόρταζαν τὴ Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ καὶ ταυτόχρονα τὴν Γέννησή του στὶς 6 Ἰανουαρίου, διότι πίστευαν πὼς κατὰ τὴ βάπτιση ἑνώθηκε ὁ «αἰώνας» Χριστὸς μὲ τὸν ἄνθρωπο Ἰησοῦ, κακοδοξία, τὴν ὁποία υἱοθέτησαν ἀργότερα καὶ οἱ αἱρετικοὶ Νεστοριανοί. Ἡ καθιέρωσή της δὲν εἶναι ἐπίσης ἄμοιρη μὲ τὴν ὀργιαστικὴ εἰδωλολατρικὴ ἑορτὴ τοῦ χειμερινοῦ ἡλιοστασίου τῶν Αἰγυπτίων καὶ τῶν... Ἀράβων, ἡ ὁποία συνέπιπτε τὴν ἴδια ἡμερομηνία.


Φαίνεται πὼς ἡ ἑορτὴ αὐτὴ ἔτυχε μεγάλης ἀποδοχῆς τόσο ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς Γνωστικούς, ὅσο καὶ ἀπὸ πολλοὺς χριστιανούς, καθ’ ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶχε ὡς τότε καθιερώσει τέτοια ἑορτή. Ἴσος τὸ γεγονὸς αὐτὸ ὁδήγησε τὴν Ἐκκλησία νὰ υἱοθετήσει τὴν ἑορτὴ αὐτὴ καὶ νὰ ἀποτρέψει τοὺς πιστοὺς νὰ συνεορτάζουν μὲ τοὺς αἱρετικοὺς Γνωστικούς. Οἱ πηγὲς μᾶς βεβαιώνουν πὼς ἡ ἑορτὴ τῶν Θεοφανίων, κατὰ τὴν ὁποία ἑορτάζονταν μαζὶ ἡ Γέννηση καὶ ἡ Βάπτιση τοῦ Κυρίου στὰ τέλη τοῦ 2ου αἰώνα ἦταν γεγονός. Ὡς τὰ τέλη τοῦ 4ου αἰώνα στὴ Δύση ἑορτάζονταν μαζὶ ἡ Γέννηση καὶ ἡ Βάπτιση, ὅποτε καὶ μεταφέρθηκε ἡ ἑορτὴ τῆς Γεννήσεως στὶς 25 Δεκεμβρίου, ἀντικαθιστώντας τὴν εἰδωλολατρικὴ ἑορτὴ τοῦ «Ἀήττητου Ἡλίου». Στὴν Ἀνατολὴ χωρίστηκε ἐπὶ ἱεροῦ Χρυσοστόμου στὶς ἀρχὲς τοῦ 5ου αἰώνα. Στὶς λεγόμενες προχαλκηδόνιες «ἐκκλησίες» (Κοπτική, Ἀρμενική, Νεστοριανική, κλπ), κράτησαν τὴν ἀρχαία παράδοση ἑορτάζοντας τὴν 6η Ἰανουαρίου τὴ Γέννηση καὶ τὴ Βάπτιση μαζί.


Τὸ γεγονὸς τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου ἐνέχει τεράστια θεολογικὴ σημασία. Σύμφωνα μὲ τὴν βιβλικὴ διήγηση ὅταν ὁ Χριστὸς ἔγινε τριάντα ἐτῶν καὶ προκειμένου νὰ βγεῖ στὸ δημόσιο βίο Τοῦ πῆγε στὴν ἔρημό του Ἰορδάνη προκειμένου νὰ λάβει τὸ τυπικὸ βάπτισμα τῆς μετανοίας ἀπὸ τὸν τίμιο Πρόδρομο. Στὰ μέρη ἐκεῖνα ὁ μέγας προφήτης Ἰωάννης κήρυττε μὲ ἀφάνταστη τόλμη καὶ παρρησία τὴ μετάνοια, ὥστε νὰ ὑποδεχτοῦν οἱ ἄνθρωποι καθαρμένοι τὸν ἐρχόμενο Σωτήρα. Συνέρεαν κοντὰ τοῦ μεγάλα πλήθη γιὰ νὰ ἀκούσουν τὸν διαπρύσιο καὶ ἐλπιδοφόρο κήρυκα. Αὐτὸς τοὺς ἔβαζε στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνη, ὅπου ἐξομολογοῦνταν τὶς ἁμαρτίες τους. Ἦταν μία καθαρὰ συμβολικὴ πράξη. Ὅπως ἔτρεχε τὸ γάργαρο νερὸ καὶ καθάριζε τοὺς σωματικοὺς ρύπους κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο ἡ ἐξομολόγηση καὶ μετάνοια καθάριζε τὴν ψυχὴ τοῦ βαπτιζομένου.


Ὁ Κύριος προκειμένου νὰ δείξει ὡς ἄνθρωπος σεβασμὸ στὴν ἀνθρώπινη παράδοση δέχτηκε νὰ λάβει τὸ τυπικὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννη, χωρὶς οὐσιαστικὰ νὰ τὸ


ἔχει ἀνάγκη, διότι ἦταν ἀπόλυτα ἀναμάρτητος, «ὁ πάσης ἐπέκεινα καθαρότητος». Αὐτὸ θὰ τὸν διευκόλυνε στὸ μεγάλο δημόσιο ἀπολυτρωτικὸ ἔργο ποὺ θὰ ἄρχιζε κατόπιν. Ὁ Ἰωάννης θεωροῦνταν μεγάλος προφήτης ἀπὸ τὸ λαό. Ἡ ὑπόδειξη τοῦ Ἰησοῦ ἀπὸ αὐτὸν ὡς «Ἀμνοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ αἴροντος τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰωάν.1:29) ἦταν ἀπαραίτητη. Ἡ μαρτυρία τοῦ Ἰωάννη γιὰ τὸν Χριστὸ στάθηκε καθοριστική, τὰ πλήθη πείσθηκαν καὶ ἀναγνώρισαν στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ τὸν ἀναμενόμενο Μεσσία. Χάρη σὲ αὐτὴ τὴ μεγάλη μαρτυρία σχηματίσθηκε ὁ πρῶτος πυρήνας τῶν συνεργατῶν τοῦ Κυρίου.


Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν μαρτυρία τοῦ Ἰωάννη ὑπῆρξε καὶ ἕνα ἄλλο συγκλονιστικὸ καὶ μοναδικὸ γεγονός. Τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ Κύριος μπῆκε στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνη ἄνοιξαν οἱ οὐρανοὶ καὶ παρουσιάστηκε αὐτοπροσώπως ὁ Τριαδικὸς Θεὸς στὰ παραβρισκόμενα πλήθη. Ὁ Ἐνανθρωπήσας Λόγος βρίσκονταν στὰ ἰορδάνεια νάματα, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατέβαινε «ὡσεὶ περιστερὰ» (Μάτθ.3:16) καὶ ἀπὸ τὸν ἀνοιγμένο οὐρανὸ ἀκούστηκε ἡ φωνὴ τοῦ Πατέρα «οὗτος ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ὢ εὐδόκησα» (Μάτθ.3:16,17). Αὐτὸ τὸ συγκλονιστικὸ γεγονὸς τῆς θεοφάνειας σημαίνει ὅτι τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους εἶναι συλλογικὴ ἀπόφαση τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἡ φανέρωσή Του κατὰ τὴν στιγμὴ τῆς Βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ φανερώνει τὴν ἐπιβεβαίωση γιὰ τὴν ξεχωριστὴ ἐπιμέλεια τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ λύτρωση τοῦ κόσμου καὶ τὴν ἐπίσημη χρίση τοῦ Χριστοῦ ὡς Μεσσία καὶ Λυτρωτὴ τῆς ἀνθρωπότητας καὶ ὁλοκλήρου της κτίσεως. Ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ἐπιβεβαίωσης εἶναι ἡ κατοπινὴ δυναμικὴ πορεία τοῦ Κυρίου στὸν κόσμο τῆς πτώσεως καὶ τῆς φθορᾶς καὶ ἡ πανηγυρικὴ νίκη Τοῦ κατὰ τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους, ἡ ὁποία θὰ ὁλοκληρωθεῖ μὲ τὴν λαμπροφόρο Ἀνάστασή Του! Στὴν εὐφρόσυνη ἑορτὴ ψάλλουμε σχετικά: «Βαπτίζεται Χριστὸς μεθ’ ἠμῶν ὁ πάσης ἐπέκεινα καθαρότητος, ἐνίησι τὸν ἁγιασμὸν τῷ ὕδατι καὶ ψυχῶν τοῦτο καθάρσιον γίνεται΄ ἐπίγειον τὸ φαινόμενον, καὶ ὑπὲρ τοὺς οὐρανοὺς τὸ νοούμενον…» (4ο τρόπ. τῶν Αἴνων τῶν Φώτων).


Τὸ γεγονὸς τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου ἀποτελεῖ φωτεινὸ ὁρόσημο στὴν ἐπὶ γὴς πορεία καὶ δράση τοῦ Σωτήρα μας, διότι «ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρα καὶ σκιὰ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς» (Μάτθ.4:16). Ἡ εἴσοδος τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο διέλυσε τὰ πνευματικὰ σκοτάδια τοῦ πτωτικοῦ παρελθόντος, διότι εἶναι ὁ Ἴδιος τὸ «φῶς τὸ ἀληθινόν, ὁ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον» (Ἰωάν.1:9). Κατὰ τὰ Θεοφάνια «ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας» (Ἰωάν.1:14). Γι’ αὐτὸ οἱ πιστοὶ ὀνόμασαν τὴ μεγάλη αὐτὴ ἑορτὴ τὰ Φῶτα καὶ μάλιστα ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία πραγματοποιοῦσε τὴν ἡμέρα αὐτὴ τὶς βαπτίσεις τῶν κατηχουμένων, τὶς ὁποῖες ὀνόμαζε φωτισμούς! Ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος τῆς μεγάλης ἑορτῆς μᾶς προτρέπει: «Δεῦτε λάβετε πάντες Πνεῦμα σοφίας, Πνεῦμα συνέσεως, Πνεῦμα φόβου Θεοῦ, τοῦ ἐπιφανέντος Χριστοῦ» (τρόπ. Μ. Ἁγιασμοῦ).


Μία ἄλλη σημαντικὴ παράμετρος τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανίων εἶναι ὁ καθαγιασμὸς τῆς φύσεως. Ἡ κάθοδος τοῦ Χριστοῦ στὰ ἰορδάνεια ρεῖθρα σημαίνει τὸν καθαγιασμὸ τοῦ ὑγροῦ στοιχείου, ποὺ εἶναι ἡ βάση τῆς ζωῆς σὲ ὁλόκληρη τὴ δημιουργία καὶ κατ’ ἐπέκταση ὁ καθαγιασμὸς ὁλόκληρής της κτίσεως, ἡ ὁποία ἐξαιτίας τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας «συστενάζει καὶ συνωδύνει ἄχρι τοῦ νῦν» (Ρώμ.8:22). Οἱ καταπληκτικὴ ἀσματικὴ ἀκολουθία τῆς ἑορτῆς εἶναι γεμάτη ἀπὸ ὕμνους, ἀναγνώσματα καὶ εὐχές, ποὺ ἀναφέρονται στὸν ἐξαγιασμὸ τῆς φύσεως μὲ προεξάρχουσες τὶς ὑπέροχες εὐχὲς τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ. Ὁ ἴδιος ὁ Μεγάλος Ἁγιασμός, ποὺ μεταλαμβάνουμε τὴν ἡμέρα αὐτή, εἶναι ἡ ἀπελευθέρωση τῆς ὑλικῆς δημιουργίας ἀπὸ τὴ φθορὰ τῆς πτώσεως καὶ ἡ μετουσίωσή της στὴν προπτωτικὴ κατάστασή της. Ὁ προφήτης Ἠσαΐας προεῖδε αὐτὴ τὴν θαυμαστὴ ἐσχατολογικὴ μεταμόρφωση τοῦ ὑλικοῦ κόσμου ὡς ἑξῆς: «Τὰ γὰρ ὄροι καὶ οἱ βουνοὶ ἑξαλοῦνται, προσδεχόμενοι ὑμᾶς ἐν χαρά, καὶ


πάντα τὰ ξύλα τοῦ ἀγροῦ ἐπικροτήσει τοῖς κλάδοις. Καὶ ἀντὶ τῆς στοιβῆς ἀναβήσεται κυπάρισσος, καὶ ἀντὶ τῆς κονύζης ἀναβήσεται μυρσίνη. Καὶ ἔσται Κυρίω εἰς ὄνομα, καὶ εἰς σημεῖον αἰώνιον, καὶ οὐκ ἐκλείψει» (Ἤσ.55:12). Οἱ λαμπρὲς τελετὲς τοῦ καθαγιασμοῦ τῶν ὑδάτων, μὲ τὴ ρίψη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ σὲ αὐτά, τὴν ἁγία αὐτὴ ἡμέρα, σημαίνουν τὸν ἀέναο ἐξαγιασμὸ τῆς δημιουργίας, χάρη στὴν καθαρτικὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία πηγάζει ἀπὸ τὰ ἰορδάνεια ρεῖθρα. Ἡ Ὀρθόδοξη ναυτικὴ χώρα μας, ἡ ὁποία ζεῖ καὶ μεγαλουργεῖ χάρη στὸ ἁπλόχερο ὑγρὸ


στοιχεῖο ποὺ τὴν περιβάλλει, ἑορτάζει μὲ ἰδιαίτερη λαμπρότητα αὐτὴ τὴν ἑορτὴ καὶ συμμετέχουν οἱ πιστοὶ πάνδημα στὶς λαμπρὲς τελετὲς τοῦ καθαγισμοῦ τῶν ὑδάτων.


Ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῶν Θεοφανίων ἀποτελεῖ τὴν ἀπαρχὴ τοῦ ἐπὶ γὴς ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ. «Ἀδὰμ τὸν φθαρέντα ἀναπλάττει ρείθροις Ἰορδάνου καὶ δρακόντων κεφαλὰς ἐμφωλευόντων διαθλάττει ὁ Βασιλεὺς τῶν αἰώνων Κύριος» (2ο τρόπ. Ἃ΄ ὠδῆς, τοῦ κανόνα τῶν Φώτων). Αὐτὸ μας κάνει νὰ σκιρτοῦμε ἀπὸ χαρὰ καὶ νὰ γεμίζουμε τὶς πληγωμένες καρδιές μας ἀπὸ ἀνείπωτη ἐλπίδα γιὰ τὴ λύτρωσή μας ἀπὸ τὰ πικρὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου. Τὸ τυπικὸ βάπτισμα τοῦ Κυρίου στὸν Ἰορδάνη ἀποτελεῖ γιὰ μᾶς παράδειγμα γιὰ τὸ οὐσιαστικό μας βάπτισμα, τὸ ὁποῖο εἶναι «λουτρὸν παλλιγγενεσίας» καὶ θάνατος τοῦ παλαιοῦ πτωτικοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ ἀναγέννηση τῆς νέας ἐν Χριστῷ ὑπάρξεώς μας. Δία τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος «ὁ παλαιὸς ἠμῶν ἄνθρωπος συνεσταυρώθη, ἴνα καταργηθῆ τὸ σῶμα τῆς ἁμαρτίας, τοῦ μηκέτι δουλεύειν ἠμᾶς τὴ ἁμαρτία» (Ρώμ.6:5). Στὴν καταπληκτικὴ ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ διαβάζουμε: «Σήμερον τὰ τῶν ἀνθρώπων πταίσματα τοῖς ὕδασι τοῦ Ἰορδάνου ἀπαλείφονται. Σήμερον ὁ παράδεισος ἀνέωκται τοῖς ἀνθρώποις καὶ ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης καταυγάζει ἠμίν… Σήμερον τοῦ παλαιοῦ θρνήνου ἀπηλλάγημεν καὶ ὡς νέος Ἰσραὴλ διασώθημεν. Σήμερον τοῦ σκότους ἐκλυτρούμεθα καὶ τῷ φωτὶ τῆς θεογνωσίας καταυγαζόμεθα. Σήμερον ἡ ἀχλὺς τοῦ κόσμου καθαίρεται, τὴ ἐπιφανεία τοῦ Θεοῦ ἠμῶν… Σήμερον ὁ Δεσπότης πρὸς τὸ βάπτισμα ἐπείγεται, ἴνα ἀναβιβάση πρὸς ὕψος τὸ ἀνθρώπινον» (Εὐχὴ Μ. Ἁγιασμοῦ).


Ὁ Θεὸς τῆς πίστεώς μας δὲν εἶναι ἕνα ἀφηρημένο λογικὸ καὶ θεωρητικὸ σχῆμα, γέννημα ἀνθρώπινης φαντασίας, ἀλλὰ ὁ ζωντανὸς Τριαδικὸς Θεός, ὁ Ὁποῖος καταδέχτηκε νὰ εἰσέλθει στὸν κόσμο καὶ τὴν ἀνθρώπινη ἱστορία, γιὰ χάρη τῆς δική μας ἀπολυτρώσεως. Ὡς σημεῖο δὲ τῆς ἀέναης παρουσίας Του καὶ τῆς φανέρωσής Του στὸν κόσμο, εἶναι τὸ ἀνεπανάληπτο γεγονὸς τῶν Θεοφανείων, τὸ ὁποῖο ἑορτάζουμε μὲ κάθε λαμπρότητα αὐτὴ τὴ μεγάλη μέρα..