Πατέρας μιας τεράστιας οικογένειας – Στη μνήμη του Γέροντος Εφραίμ
Αρχιμανδρίτης Συμεών (Γκαγκάτικ)
– Με τη χάρη του Θεού, έτυχε να βρεθώ με τον Γέροντα Εφραίμ τρεις φορές. Το 2008 στην Ελλάδα εκδόθηκε το βιβλίο με τις αναμνήσεις του, για τον Γέροντα Ιωσήφ Ησυχαστή. Όταν το διάβασα, αμέσως κατάλαβα ότι πρέπει να το μεταφράσω στα Ρωσικά. Όμως, για να ξεκινήσω, έπρεπε να πάρω την ευλογία του συγγραφέα. Γι’ αυτό αποφάσισα να πάω στο μοναστήρι του, στην Αριζόνα. Την επόμενη μέρα, μετά την άφιξή μου, πήγα στον τόπο δίπλα στον ναό, τη συγκεκριμένη ώρα, που ο Γέροντας δεχόταν τον κόσμο. Σε λίγο πλησίασε και ο Γέροντας, ερχόμενος γρήγορα και ζωηρά. Μόλις είδε εμένα, έναν άγνωστο μοναχό, μου χαμογέλασε με παιδικό χαμόγελο, έκανε σήμα με το χέρι και μπήκε μέσα στον ναό, κατευθυνόμενος στο δωματιάκι που είχε για την υποδοχή προσκυνητών. Πόσο χάρηκα εκείνην τη συνάντηση, που είχε τόση απλότητα και φιλικότητα, τις οποίες δεν συνάντησα ούτε πριν ούτε μετά.
Όταν ήρθε η σειρά μου, μπήκα στο δωμάτιο και ανέφερα τον στόχο της επίσκεψής μου. Είχα την αίσθηση ότι μιλάω με άγγελο, όχι μεγαλειώδη και τρομερό, αλλά πολύ απλό και αγαθό. Όμως η αγιότητα και το φως, που εξέπεμπε ο Γέροντας, ήταν αγγελικοί. Το ένα μου ζήτημα συνίστατο στο να μου επιτρέψει ο Γέροντας να δω τα πρωτότυπα κείμενα των αναμνήσεών του, επειδή η ελληνική έκδοσή τους μου προκάλεσε αρκετές απορίες. Λαμπερές σελίδες με ζωντανές και καλλιτεχνικές διηγήσεις εναλλάσσονταν έντονα με βαρετά αποσπάσματα, που γράφτηκαν σε μια τραχεία γλώσσα. Ήταν φανερό ότι αυτά τα αποσπάσματα γράφτηκαν από άλλον άνθρωπο. Εγώ, όμως, ως μεταφραστής, ήθελα να δουλέψω με τον αυθεντικό λόγο του Γέροντα, πριν την επέμβαση των επιμελητών, χωρίς τις διορθώσεις τους και τις παρεμβάσεις τους. Σε όλα τα αιτήματά μου ο Γέροντας χωρίς δυσκολία και με ειλικρινή χαρά έδωσε την ευλογία του.
Όντας πολύ χαρούμενος από την ευλογία του και λαμβάνοντας από τον γραμματέα του Γέροντα όλα τα πρωτότυπα κείμενα των αναμνήσεών του, επέστρεψα στο μοναστήρι μου και αμέσως ξεκίνησα τη δουλειά. Για να μεταφράσω βιβλίο 500 σελίδων μου πήρε γύρω στα δύο χρόνια. Παράλληλα, μάζεψα και μερικές ερωτήσεις, τις οποίες μπορούσε να απαντήσει μόνο ο ίδιος ο Γέροντας. Έτσι πέταξα στην Αμερική για δεύτερη φορά. Όταν βρέθηκα με τους βοηθούς του Γέροντα και τους έδειξα τη λίστα ερωτήσεών μου – γύρω στις 50 – μου είπαν ότι είναι αδύνατο να τις συζητήσω όλες με τον Γέροντα, επειδή είναι πολύ κουρασμένος για μια τέτοια δουλειά. Γι’ αυτό οι βοηθοί του με βοήθησαν να λύσουμε τις περισσότερες απορίες και άφησα μόνο μερικά ερωτήματα, τα πιο προσωπικά, να τα επεξεργαστώ με τον Γέροντα, επειδή κανένας άλλος δεν θα ήξερε τις ακριβείς απαντήσεις.
Στη συνάντηση αυτή ο Γέροντας μού έδωσε τις απαραίτητες απαντήσεις. Π.χ., λύθηκε το αίνιγμα με το παρατσούκλι του Γέροντα, που του έδωσε ο Γέρων Ιωσήφ – «Βαβούλης». Συχνά ο Γέροντας τον αποκαλούσε ακριβώς έτσι: «Βαβούλη», έλεγε. Όμως κανένας από τους Έλληνες δεν μπορούσε να μου πει τι σημαίνει αυτή η λέξη, επειδή έλειπε από τα ελληνικά λεξικά. Ο Γέρων Εφραίμ, με αμίμητο χαμόγελο, μου απάντησε ότι είναι παιδική λέξη, το οποίο χρησιμοποιούν μικρά παιδιά, όταν απευθύνονται ο ένας στον άλλον. Μάλλον, αυτή η λέξη χρησιμοποιείτο με αυτήν τη σημασία στην πατρίδα του Γέροντα Ιωσήφ και τη θυμήθηκε, όταν στην αδελφότητα ήρθε νεαρός και αδύνατος ο Γιαννάκης – ο μέλλων μέγας Γέροντας Εφραίμ.
Όπως φαίνεται, σ’ αυτήν τη συνάντηση ζήτησα από τον Γέροντα να με συμβουλεύσει σχετικά με το πώς πρέπει να είναι ο ηγούμενος. Και μου απάντησε αμέσως ότι ο ηγούμενος πρέπει να είναι, πρώτ’ απ’ όλα, πατέρας. Ποτέ δεν πρέπει να κυβερνά το μοναστήρι ως διοικητής. «Καμία διαταγή ή προσταγή, ποτέ! Μόνο ως πατέρας!», – αυτά τα λόγια τα φυλάω μέσα στην ψυχή μου, ως θησαυρό, που έλαβα από τον Άγιο, και ανάλογα με τις δυνάμεις μου προσπαθώ ν’ ακολουθώ αυτήν τη συμβουλή.
Και σ’ έναν χρόνο έφερα στον Γέροντα το εκδοθέν βιβλίο, σε μετάφραση στα Ρωσικά, με τίτλο: «Η ζωή μου με τον Γέροντα Ιωσήφ». Ο Γέρων Εφραίμ, μόλις με είδε με το βιβλίο, με έκπληξη είπε: «Τόσο γρήγορα;!». Όντως, το βιβλίο ετοιμάστηκε πολύ γρήγορα. Σε όλη τη διάρκεια της προετοιμασίας, σε όλα τα στάδια της δουλειάς πάνω στα κείμενα και της προετοιμασίας για την εκτύπωση, ενεργούσαν η ευλογία του Γέροντα και η βοήθεια του Θεού. Ο Γέροντας, επίσης, χάρηκε και με το ωραίο εξώφυλλο του βιβλίου, που φιλοτέχνησε ένας από τους καλύτερους καλλιγράφους μας, ο Αλεξέι Τσεκάλ. Στο κεντρικό μέρος του εξώφυλλου βρίσκεται η Ευχή του Ιησού, γραμμένη με παλιό σλαβικό στυλ και με χρυσό ανάγλυφο.
Ήταν η τελευταία μας συνάντηση. Οι πρώτες δύο συναντήσεις μας διήρκεσαν λίγη ώρα. Με είχε προειδοποιήσει ο βοηθός του Γέροντα, που ήταν υπεύθυνος για την υποδοχή προσκυνητών. Μου εξήγησε ότι ο Γέροντας ήταν μεγάλος πια σε ηλικία και οι δυνάμεις του ήταν περιορισμένες, καθώς και ότι πολύς κόσμος περίμενε να τον δει, ν’ ακούσει τη συμβουλή του και ν’ αναζητήσει τη βοήθεια της προσευχής του. Όμως την τρίτη φορά ο Γέροντας δεν με άφησε να φύγω γρήγορα. Άρχισε ν’ αναθυμάται τα παιδικά του χρόνια και να μου λέει πως πέρασε τα χρόνια της γερμανικής κατοχής στον Βόλο, πως πουλούσε διάφορα μικροπράγματα στην αγορά για να επιβιώσει από την πείνα, πως τον είχαν συλλάβει, πως είδε τα σκοτωμένα από Γερμανούς παλληκάρια.
Και όταν, τελικά, με άφησε να φύγω, βγήκα στον διάδρομο και ο βοηθός του Γέροντα με κοίταξε επιτιμητικά, κουνώντας το κεφάλι του. Όμως τι μπορούσα να κάνω; Πώς μπορούσα να διακόψω τον Γέροντα..;
Είμαι πολύ ευγνώμων στον Κύριο και στον Γέροντα Εφραίμ γι’ αυτές τις συναντήσεις. Θα με ζεσταίνουν στη διάρκεια όλης της ζωής μου…
Αρχιμανδρίτης Συμεών (Γκαγκάτικ), Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος στο Αχτίρκα Ουκρανίας, μεταφραστής του βιβλίου με αναμνήσεις του Γέροντος Εφραίμ «Ο Γέροντάς μου. Ιωσήφ ο Ησυχαστής και Σπηλαιώτης»
πηγή: pravoslavie.ru
https://simeiakairwn.wordpress.com