Στη φράση του π. Σεραφείμ Ρόουζ («Είμαστε προσκυνητές σε αυτή τη γη») μάλλον δεν θα πρέπει να νοήσουμε τους «προσκυνητές» με την κλειστή έννοια της ενέργειάς τους…
Αυτοί «προσκυνούν», όχι τόσο με τη σημασία ότι «πέφτουν κάτω και κάνουν μια εδαφιαία μετάνοια» ή ότι «υποκλίνονται βαθιά», αποδίδοντας έτσι σεβασμό ή εκφράζοντας συντριβή, αλλά «προσκυνούν» με την έννοια τού ότι σταθμεύουν μεν για λίγο, αλλά λίγο αργότερα «προχωρούν πιο πέρα»…
«αφήνουν κάτι, κάποιους ή ακόμη και τα πάντα πίσω τους» και, έτσι, «συνεχίζουν την πορεία» τους, ως αεικίνητοι «προσκυνητές»,
«ξεχνώντας όλ’ αυτά που είναι πίσω τους και κάνοντας ό,τι μπορούν για να φτάσουν αυτά που είναι μπροστά τους» …όπως λέει εμφατικά ο Απόστολος Παύλος (πρβλ. Φιλ. 3, 13).
Διότι ο «προσκυνητής» εν προκειμένω είναι αυτός που, κατά τα ρωσικά ευλαβικά ειωθότα, αφιερώνει ολόκληρη τη ζωή του στον μακρύ κόπο της συνεχούς επίσκεψης προσκυνημάτων ανά τη χριστιανική οικουμένη.
Για το λόγο αυτό ο «προσκυνητής», μη έχοντας ο ίδιος «τίποτα μόνιμο εδώ» –πάντα σύμφωνα με τη φράση του μακαριστού π. Σεραφείμ– είναι κατά πάντα «απροσπαθής», ελεύθερος και αδέσμευτος παραμένοντας πάντα περαστικός, πάντα φευγαλέος, πάντα οδίτης, πάντα διαβάτης και παρεπίδημος, πάντα άοικος και άπατρις…
Σε κάθε του νέο «προσκύνημα» ανακαλύπτει έκπληκτος και ένα άλλο μυστικό «επέκεινα» του Θεού, συνάμα και του εαυτού του· και σε κάθε του εξαντλητική πορεία διαπιστώνει ότι όλη η φρούδα, επίγεια και επίμοχθη ζωή του ριζώνει βαθύτερα στον Ουρανό, όσο μελετά και συνειδητοποιεί την προσκαιρότητα της ζωής των επιγείων…
Μέσα στην υπόπτερη καρδιά του «προσκυνητή» θα βρούμε απτό «το μυστήριο της ευσεβείας» (πρβλ. Α΄ Τιμ. 3, 16), της ζωής και του θανάτου, της φθοράς και της αιωνιότητας, τελειούμενο στην εσχατολογία των πάντων, η οποία εδράζεται πλήρως στο πρόσωπο του αγαπημένου, φίλου, οικείου, αλλά και του ξένου, υπερκόσμιου και αιώνιου Σωτήρος Χριστού…
Ο τύπος του ανθρώπου που εκπροσωπείται από τον «προσκυνητή» είναι αυτός που με έναν «άλλο» τρόπο παρείδε τη ρουτίνα των τετριμμένων και τη στατικότητα των επιγείων, και… βηματίζει αποφασιστικά προς έναν άλλον ορίζοντα…
Ποιον ορίζοντα; Τον ορίζοντα των μη ορωμένων αλλά και των αληθινά μενόντων.
Η πορεία του δύσκολη, κοπιαστική, ακατανόητη και διαρκώς αμφισβητούμενη…
Ποιος είναι αυτός που πάει κόντρα στην προσκαιρότητα και δεν συμπλέει με τη φθορά των έργων των πολλών;
Πώς τολμάει να διανύει έναν τέτοιο εσωτερικά πολύπονο και περιπετειώδη βίο, για να συναντήσει και να βιώσει την ελευθερία της καρδιάς του, αναιρώντας τις συμβάσεις του εφησυχασμένου πλήθους;
Αυτός που μένει απόρθητος στη φθορά, δεν μπορεί να μείνει άγευστος του μαρτυρίου.
Αλλά εκεί στο μαρτύριο βρίσκεται η παράκληση και η παρουσία του Θεού…
~ π. Δαμιανός Σαράντης
πηγή: toeilhtarion
pneumatoskoinwnia
https://simeiakairwn.wordpress.com/