Η σχέση ανάμεσα στο παιδί και τον πνευματικό πατέρα ποικίλει πάρα πολύ. Μερικοί επισκέπτονται έναν πνευματικό πατέρα ίσως μία ή δύο φορές σ’ όλη τους τη ζωή, σε μία στιγμή ιδιαίτερα κρίσιμη, ενώ άλλοι είναι σε συχνή επαφή με τον πνευματικό πατέρα τους βλέποντάς τον κάθε μήνα ή ακόμη και κάθε μέρα. Κανόνες δεν μπορούν να μπουν από πριν· ο σύνδεσμος μεγαλώνει μόνος του κάτω από την άμεση καθοδήγηση του Πνεύματος.
Πάντοτε η σχέση είναι προσωπική. Ο πνευματικός πατέρας δεν δίνει αφηρημένους κανόνεςμαθημένους από κάποιο βιβλίο- όπως στην «περιπτωσιολογία» της Αντιμεταρρύθμισης των Καθολικών-, αλλά βλέπει σε κάθε περίπτωση αυτόν τον συγκεκριμένο άνδρα ή γυναίκα που βρίσκεται μπροστά του· και, φωτισμένος από το Πνεύμα, προσπαθεί να μεταδώσει το μοναδικό θέλημα του Θεού, ειδικά γι’ αυτό το ένα πρόσωπο.
Επειδή ο αληθινός πνευματικός πατέρας καταλαβαίνει και σέβεται τον ξεχωριστό χαρακτήρα του καθενός, δεν καταπιέζει την εσωτερική ελευθερία αλλά την ενδυναμώνει. Δεν σκοπεύει στο να αποσπάσει μια μηχανική υπακοή, αλλά οδηγεί τα παιδιά του ως το σημείο της πνευματικής ωριμότητας, όπου μπορούν να αποφασίσουν μόνα τους.
Στον καθένα δείχνει το αληθινό του ή αληθινό της πρόσωπο, που πριν ήταν κατά το μεγαλύτερο μέρος κρυμμένο από αυτό το πρόσωπο· και ο λόγος του είναι δημιουργικός και ζωοποιός, κάνοντας τον άλλο να κατορθώσει έργα που πριν φαίνονταν αδύνατα. Αλλά όλ ‘ αυτά ο πνευματικός πατέρας μπορεί να τα πετύχει μόνο γιατί αγαπάει τον καθένα προσωπικά.
Επιπλέον η σχέση είναι αμοιβαία· ο πνευματικός πατέρας δεν μπορεί να βοηθήσει τον άλλο αν εκείνος δεν επιθυμεί σοβαρά να αλλάξει τον τρόπο ζωής του και ν’ ανοίξει την καρδιά του με τρυφερή εμπιστοσύνη στον πνευματικό πατέρα. Αυτός που πηγαίνει να δει έναν πνευματικό πατέρα με πνεύμα κριτικής περιέργειας, είναι πιθανό να επιστρέψει με άδεια χέρια, χωρίς να έχει εντυπωσιαστεί.
Επειδή η σχέση είναι πάντα προσωπική, ένας ορισμένος πνευματικός πατέρας δεν μπορεί να βοηθήσει εξίσου τον καθένα. Μπορεί να βοηθήσει μόνον εκείνους που έχουν σταλεί ειδικά σ’ αυτόν από το Πνεύμα. Το ίδιο και ο μαθητής δεν θα έπρεπε να λέει, «ο δικός μου στάρετς είναι καλύτερος απ’ όλους τους άλλους». Θα έπρεπε να λέει μόνο: «Ο πνευματικός πατέρας μου είναι ο καλύτερος για μένα».
Στην καθοδήγηση των άλλων, ο πνευματικός πατέρας περιμένει το θέλημα και τη φωνή του Αγίου Πνεύματος. «Δίνω μόνο ό,τι ο Θεός μου λέει να δώσω», είπε ο αγ. Σεραφείμ του Σάρωφ. «Πιστεύω ότι ο πρώτος λόγος που μου έρχεται είναι εμπνευσμένος από το Άγιο Πνεύμα».
Είναι φανερό ότι κανείς δεν έχει το δικαίωμα να ενεργεί μ’ αυτόν τον τρόπο, παρά μόνο αν, με ασκητική προσπάθεια και προσευχή, έχει αποκτήσει μια εξαιρετικά έντονη επίγνωση της παρουσίας του Θεού. Για τον οποιοδήποτε που δεν έχει φτάσει σ’ αυτό το επίπεδο, μια τέτοια συμπεριφορά θα ήταν θρασεία- και ανεύθυνη.
Κάλλιστος Ware Επισκόπος Διοκλείας, Ο Ορθόδοξος Δρόμος,
εκδ. Ίδρυμα Γουλανδρή- Χορν, Αθήνα 1984, σελ. 111-115
https://orthodoxia.online