Τα παιδιά πρέπει να τα ακούμε κιόλας. Τα παιδιά δεν είναι μόνο να τα διδάσκουμε, λέει ο Ντοστογιέφσκυ, αλλά και να διδαχθούμε αρκετά από αυτά και κυρίως την ακακία, τον αυθορμητισμό, τον ενθουσιασμό.Μη θέλουμε να τα κάνουμε ακριβή αντίγραφα του εαυτού μας, να τα κάνουμε- μπορούν δεν μπορούν- αυτό που δεν μπορέσαμε να γίνουμε εμείς. Τα παιδιά δεν πρέπει να γίνουν προέκταση του εγώ μας. Να τα βοηθήσουμε στην κλήση τους. Να τα εμπιστευθούμε, να τους δώσουμε καλές βάσεις. Κυρίως στην υγιή θρησκευτική αγωγή και όχι στη θρησκοληψία και τον φανατισμό.
Να μην τα πιέζουμε, να μην τα εξαναγκάζουμε εξουσιαστικά κι απειλητικά, γιατί αργά ή γρήγορα θ’ αντιδράσουν. Να τα εμπνέουμε πιο πολύ με το παράδειγμά μας παρά με τα λόγια μας. Δεν μπορεί όλη μέρα το ανδρόγυνο να καυγαδίζει και να γκρινιάζει και να θέλει τα παιδιά να είναι ήσυχα και ήρεμα. Οι συζυγικοί καυγάδες καταματώνουν τις παιδικές ψυχές. Κυρίως τα διαζύγια. Τα παιδιά γίνονται θλιμμένα, νευρικά, άτακτα, ανυπάκουα, με μαθησιακές δυσκολίες στο σχολείο. Ντρέπεται, κλαίει, θυμώνει, οργίζεται το παιδάκι όταν δεν βλέπει τους γονείς του μονιασμένους.
Η ορθή θρησκευτική αγωγή από νωρίς έχει μεγάλη σημασία. Η Εκκλησία πρέπει να παρουσιασθεί σαν το σπίτι του ουράνιου κοινού πατέρα μας κι όχι σαν κάτι ξένο, μακρινό, μεγάλο και περίεργο. Να ερμηνεύσουμε στα παιδιά, αφού βέβαια γνωρίζουμε εμείς καλά πρώτα, τι περιμένει η Εκκλησία από εμάς. Ποιος είναι ο σκοπός και το νόημα της ζωής. Γιατί ήλθε ο Χριστός στη γη, γεννήθηκε, δίδαξε, θαυματούργησε, σταυρώθηκε, αναστήθηκε κι αναλήφθηκε, ώστε από μικρά να νιώσουν με φιλότιμο και λαχτάρα τον πόθο του αγαθού, της αρετής, του καλού, του αγιασμού και της σωτηρίας.
Όλα με διάκριση, με τάξη, με σεβασμό, με ευγένεια. Να μη μπουχτήσουμε, να μη κουράσουμε και ζαλίσουμε τα παιδιά με πολλά και μεγάλα. Η υπερπροστατευτικότητα είναι κακή όσο και η αδιαφορία. Δεν θα τάχουμε αλυσοδεμένα, φοβισμένα και κυνηγημένα τα παιδιά. Θα σεβόμαστε την ελευθερία τους. Δεν θα τα παρατηρούμε υπεράγαν αυστηρά συνέχεια, δεν θα τα βλέπουμε καχύποπτα, ως τηλεκατευθυνόμενα και ανόητα. Λέγει ένας σύγχρονος Γέροντας: «Η μεγάλη έγνοια μας κάνει να είμαστε πολύ αυστηροί. Μας κάνει να είμεθα πάρα πολύ αυστηροί και πολλές φορές άτεγκτοι και ανυποχώρητοι σε μερικά πράγματα. Πρέπει, αγαπητοί μου, να το χωνέψουμε ότι τα παιδιά, τα σύγχρονα παιδιά, δεν έχουν δύναμη να αντέχουν την αυστηρότητα, που αντέχατε εσείς οι παλαιότεροι. Αλλά πρέπει διά του διαλόγου και διά της πειθούς να τους λέμε το καλό και μετά διά προσευχής να αναπληρώνουμε.
Γι’ αυτό μην ανησυχείτε· εσείς να προσεύχεσθε για τα παιδιά σας και μην έχετε άγχος (Αρχιμ. Εφραίμ Βατοπαιδινός). Νομίζω πως δεν έχουμε αγαπήσει πολύ την προσευχή, δεν έχουμε πιστεύσει δυνατά στη δύναμή της. Θεωρούμε πιο ικανά τα δικά μας λόγια και όχι τη θεία φώτιση. Πιστεύουμε στον εαυτό μας περισσότερο απ’ ότι στον Θεό.
Τα παιδιά κάποιας οικογένειας, όποτε γυρνούσαν στο σπίτι αργά το βράδυ, έβρισκαν τη μητέρα τους γονατιστή στις εικόνες. Έτσι, το σκέφτονταν πολύ ν’ αργήσουν, γιατί καθυστερούσαν τη γονυκλισία της μητέρας τους. Μια άλλη χήρα, μητέρα δύο παιδιών, φτωχή, που καθάριζε σκάλες για να ζήσει, έγραφε στον γέροντα Παΐσιο: «Γέροντα, να προσεύχεστε για μένα, γιατί προσεύχομαι μόνο έξι ώρες την ημέρα»!. Προφανώς έλεγε την ευχή του Ιησού.
+ Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης
Πηγή: orthodoxia.online
https://agioskonstantinoschalkida.gr/