Ο Στάρετς Θεόφιλος (1778-1853).
Ο Ιβάν Κάτκωφ […] ήρθε στον Στάρετς [Γέροντα] Θεόφιλο [δια Χριστόν σαλός] να εξομολογηθή και καθώς του μιλούσε για τις προσωπικές του υποθέσεις, ανέφερε ότι είχε έναν ταύρο που ήταν ιδιαίτερα ατίθασος.«Αγόρασα έναν ταύρο,
Μπάτουσκα [Παππούλη]. Σχεδίαζα να τον κρατήσω για τον εαυτό μου, αλλά τώρα δεν ξέρω τι να τον κάνω. Έχει γίνει ηλίθιος και χτυπάει όποιον βρη με τα κέρατά του. Μάλλον θα πρέπει να τον σφάξω και λυπάμαι γι’ αυτό».
«Αφού είναι έτσι, δώστον σ’ εμένα», είπε ο Στάρετς.
«Σ’ εσένα; Κύριε ελέησον! Είναι αδύνατον και να τον πλησιάση κανείς. Πολλοί έχουν τραυματισθή από τα χτυπήματά του».
«Μη σε νοιάζει. Θα του διδάξουμε την ταπείνωση».
«Μα, πώς μπορώ εγώ…».
«Πολύ απλό. Θα πας και θα του πης: για κοίτα εδώ μικρέ ταύρε! Απ’ αυτή την στιγμή δεν ανήκεις πλέον σ’ εμένα αλλά στον π. Θεόφιλο. Ετοιμάσου να τον επισκεφθής».
Ο κρεοπώλης έκανε ακριβώς όπως του είπε. Μόλις γύρισε στο σπίτι του, πήγε κατευθείαν στον ταύρο και επανέλαβε τα λόγια του Στάρετς και ο ταύρος που ρουθούνιζε και ξεφυσούσε αγριεμένος και κλωτσούσε το χώμα με τα πόδια του, έγινε ήμερος σαν αρνάκι. Άρχισε να μυρίζη και να γλύφη τα χέρια του άντρα. Μετά, ένας εργάτης του πέρασε ένα σκοινί στα κέρατα και το σούρουπο της ίδιας ημέρας είχε οδηγηθή ο νεαρός ταύρος στον πατέρα Θεόφιλο, στο ερημητήριο Κιταγιέφσκαγια.
Τώρα που είχε τον μικρό ταύρο ο μακάριος, έφτιαξε κι ένα μικρό κάρρο, σκεπάζοντας το πίσω μέρος μ’ ένα καραβόπανο στερεωμένο σε πασσάλους.
Κι έτσι ταξίδευε μ’ αυτό στην πόλη. Ποτέ δεν καθόταν στο μπροστινό μέρος του κάρρου, αλλά πάντοτε πίσω, με την πλάτη γυρισμένη στον ταύρο. Είχε βάλει κι ένα μικρό αναλόγιο κάτω από την τέντα και μπορούσε να γονατίζη εκεί και να διαβάζη το αγαπημένο του Ψαλτήρι καθώς ταξίδευε. Αλλά εδώ είναι το πιο θαυμαστό: Ο ταύρος, που δεν είχε ούτε λουριά, ούτε χαλινάρια, μόνον έναν ζυγό, πήγαινε ακριβώς εκεί που ήθελε το αφεντικό του να πάη, χωρίς καμμιά διαταγή ή κατεύθυνση ή στοιχειώδη οδήγηση. Είτε επρόκειτο να πάη στο Ποντόλ, στην Λαύρα ή στο Μοναστήρι Μπράτσκν. Αξίζει να σημειωθή ότι, ο νεαρός ταύρος, απέφευγε στον δρόμο πέτρες, λακκούβες και εμπόδια, προκειμένου να μην ενοχλήση τον μακάριο στην μελέτη του.
Από το βιβλίο “Ο Στάρετς Θεόφιλος, ο διά Χριστόν σαλός, ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου”, έκδοση Ιεράς Μονής “Παναγίας του Έβρου”.
https://www.pemptousia.gr