Κατά τη διάρκεια του Β΄ παγκοσμίου πολέμου στην Κρήτη ακόμα και στα βασικά είδη καθημερινής διαβίωσης υπήρχαν σημαντικές ελλείψεις και η ζωή των ανθρώπων αντιμετώπιζε μεγάλες δυσχέρειες.
Ο εισβολέας χρησιμοποιεί την τεχνολογική του υπεροχή για την κατάκτηση και την υποταγή και στερεί κάθε δυνατότητα ανάπτυξης και διευκόλυνσης της καθημερινότητας των κατακτημένων.
Μετά την ήττα και την αποχώρησή του, τμήμα του χρηστικού υλικού που είχε στην αποκλειστική διάθεσή του παρέμεινε και αξιοποιήθηκε με ποικίλους τρόπους προσφέροντας σε πολλές περιπτώσεις άμεσες λύσεις για την αντιμετώπιση πρακτικών προβλημάτων διαβίωσης.
Ένα τμήμα του δόθηκε για λιώσιμο (ανακύκλωση) και δημιουργία νέων χρήσεων (αγροτικά εργαλεία, μαγειρικά σκεύη κ.α.), ενώ άλλο τμήμα του πολεμικού υλικού χρησιμοποιήθηκε ως έχει ή με μικρές μετατροπές χάρη στη γνώση των τοπικών μαστόρων και στις επινοήσεις των απλών ανθρώπων.Στην παρούσα μελέτη θα αναφερθούμε κυρίως στην επαναχρησιμοποίηση του υλικού αυτού, κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και μετά. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή και ας παρακολουθήσουμε μαζί κάποιες διηγήσεις ανθρώπων που βρέθηκαν μετά την κατοχή, μετά τον πόλεμο, μετέωροι στη ζωή τους. Αν και διέθεταν ελάχιστα μέσα, με τη φαντασία και την εφευρετικότητά τους κατάφεραν να αξιοποιήσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το πολεμικό υλικό που εγκατέλειψαν οι κατακτητές φεύγοντας.Προτεραιότητα, μεταξύ των άλλων, δόθηκε στην αξιοποίηση κάθε είδους πολεμικού υλικού, που εγκατέλειψαν φεύγοντας οι Γερμανοί και οι Ιταλοί σε διάφορες περιοχές.
Οι Γερμανοί βέβαια, κατά την απομάκρυνσή τους, προέβησαν όπως είναι γνωστό, σε καταστροφή μεγάλου αριθμού εφοδίων και πολεμοφοδίων, αλλά στη βιασύνη τους εγκατέλειψαν και αρκετά, χωρίς να μπορέσουν παρά τις προθέσεις τους, να τα καταστρέψουν. Μεγάλο μέρος από τα υλικά αυτά: ιατρικός εξοπλισμός, φάρμακα, στρατιωτικά αυτοκίνητα, μοτοσυκλέτες, ποδήλατα, όπλα, σφαίρες, χειροβομβίδες, εργαλεία, τρόφιμα, καύσιμα, ιματισμός, πέρασαν στα χέρια των οργανωμένων αντιστασιακών ομάδων, αλλά και αρκετά από αυτά, πέρασαν στα χέρια των απλών ανθρώπων.Δεκάδες είναι οι μαρτυρίες για έλλειψη υλικών στις αγροτικο-κτηνοτροφικές περιοχές.
Έλλειψη σε βασικά υλικά– ένδυση
Θα παρουσιάσουμε κάποιες διηγήσεις από την περιοχή της επαρχίας Πεδιάδος, όπου βρίσκεται το στρατιωτικό αεροδρόμιο Καστελίου.
Εικόνα 1: Λεμουδιές με χαρταλάμι (πόρπες)
Ο αείμνηστος λαογράφος Αριστοφάνης Χουρδάκης, όταν μιλούσε για τα «Πέτρινα χρόνια», δεν παρέλειπε να αναφερθεί στο δικό του «Σαμποτάζ της λαιμουδιάς», όπως χαρακτηριστικά έλεγε. Μεγάλωσε στο χωριό Αγία Παρασκευή, πολύ κοντά στο αεροδρόμιο Καστελίου. Μικρό παιδί ήθελε να ντύσει τις αίγες του με λαιμουδιές, αφού είχανε μόνο σκοινί και βρήκε τον τρόπο να το κάμει.
Κάποια γερμανικά καμιόνια είχαν στην καρότσα στερεωμένους ιμάντες με πόρπες. Τους χρησιμοποιούσαν ώστε να τοποθετούν και να στερεώνουν γρήγορα τα αντιαεροπορικά πολυβόλα. Ο νεαρός Αριστοφάνης τα βρήκε κατάλληλα για να κάνει λαιμουδιές στις κατσίκες του. Ανέβηκε στο καμιόνι, έκοψε τους ιμάντες και με τη βοήθεια του παππού του τις μετέτρεψε σε λαιμουδιές με χαρταλάμι (πόρπες). (εικ.1)
Ωστόσο οι Γερμανοί αναζητούσαν επίμονα το «Σαμποτέρ» και αναγκάστηκε πολύ γρήγορα να τις κάψει στο τζάκι. Το «σαμποτάζ» της λαιμουδιάς δεν εξιχνιάστηκε ποτέ από τον κατακτητή.
Εικόνα 2: Ομάδα εργασίας (δεκαπενταμερία), οδηγείται στο αεροδρόμιο Καστελλίου (1942)
Την περίοδο της Γερμανικής κατοχής οι Γερμανοί κατασκεύαζαν το αεροδρόμιο στο Καστέλι Πεδιάδος. Όλα τα χωριά της περιφέρειας ήταν υποχρεωμένα να στέλνουν καθημερινά μια ομάδα ανδρών να δουλεύουν στο αεροδρόμιο, να κάνουν αγγαρεία.Η διάρκεια εργασίας για κάθε ομάδα ήταν δεκαπέντε μέρες, για να ακολουθήσει η επόμενη δεκαπενταμελής ομάδα, η μεθεπόμενη και πάλι απ’ την αρχή….(εικ.2)
Ο Γιώργης Κουρλετάκης γνωστός ως Κατσουρίδης (επειδή τα μαλλιά του ήταν κατσαρά) με την υπόλοιπη Γερακιανή ομάδα «κοπάνιζε χαλίκια με τα σφυράκια στο αεροδρόμιο».
Ένας Γερμανός επιστάτης την προηγούμενη μέρα, τους είχε ζητήσει να τον φιλέψουν κρασί και ρακή από το χωριό. Του τα κρατούσαν την επόμενη μέρα κι εκείνος για να τους ανταποδώσει τη «φιλοξενία» , τους ανέθεσε να σπάσουν μια μόνο μικρή πέτρα.
Εικόνα 3:Γερμανικά αεροσκάφη
Ο Κατσουρίδης, λοιπόν, είχε όλο το χρόνο και την άνεση να ασχοληθεί και με κάτι διαφορετικό. Γυρίζει, βλέπει ένα μικρό γερμανικό στρατιωτικό αεροπλάνο ανοιχτό και χωρίς να χάσει καιρό βρέθηκε καθισμένος στο πιλοτήριο. Έβγαλε το μαχαιράκι του, έκοψε και ένα πέτσινο ιμάντα απ’ αυτούς που δένεται ο πιλότος. Έπεσε, όμως, η καλύπτρα του αεροπλάνου και κλείστηκε μέσα. Άρχισε να παλεύει να προσπαθεί να βγει, αλλά μάταια! Τον είδε ο Γερμανός και σήμανε συναγερμός! Τον πέρασαν για Εγγλέζο πιλότο. Στη συνέχεια ήρθε και ο διερμηνέας, που ήταν από κοντινό χωριό και τον ρώτησε γιατί μπήκε στο αεροπλάνο. Εκείνος του απαντά:
«Να κόψω τσι λουρίδες, να κάμω κουδουνιές, να κρεμάσω τα κουδούνια στα ωζά».
Ευτυχώς και αυτή η περιπέτεια είχε αίσιο τέλος αφού δέχτηκαν την αφελή εξήγησή του.
Ο ίδιος επίσης μας διηγήθηκε πως όταν έφευγαν οι Γερμανοί μάζευαν τον εξοπλισμό τους και τον έκαιγαν. Οι ίδιοι οι κάτοικοι της περιοχής είχαν ανοίξει ένα μεγάλο λάκκο τέσσερα μέτρα βάθος. Γυρόφερνε να πάρει ό,τι μπορούσε. Βρήκε ένα μεγάλο δέμα, που νόμιζε ότι μέσα είχε άρβυλα. Ό, τι πιο χρήσιμο την εποχή εκείνη. Δανείστηκε ένα γαϊδουράκι από μια χωριανή του, φόρτωσε το πολυπόθητο φορτίο και πήγε στο σπίτι του. Όταν το άνοιξε, είδε πως μέσα είχε μια τεράστια σκηνή, η οποία είχε12 παράθυρα στο μήκος, 6 στο πλάτος και το σκοινί της ήταν 96 οργιές.
Ωστόσο έγινε αντιληπτή η κλοπή από τους Γερμανούς, οι οποίοι την έψαχναν και απειλούσαν ότι θα του κάψουν το σπίτι, τον πίεσε η οικογένειά του να την επιστρέψει, αλλά αυτός με τη βοήθεια ενός χωριανού τη δίπλωσε, και την φύλαξε σε ασφαλές μέρος έξω από το χωριό. Η τεράστια αυτή σκηνή, τεμαχίστηκε, μοιράστηκε στους χωριανούς και έγινε μπαγκάλια (πανιά για τη συγκομιδή της ελιάς).
Ήταν δύσκολο να βρει κανείς πρώτες ύλες. Το δέρμα σταδιακά εξαφανίστηκε και οι σόλες των παπουτσιών φτιάχνονταν από παλιά λάστιχα αυτοκινήτων. Ένας ικανός τεχνίτης μπορούσε να βγάλει μέχρι και μια δωδεκάδα ζεύγη από ένα λάστιχο.
Εικόνα 4: Νεκρός αλεξιπτωτιστής
Πολύ μεγάλη ζήτηση είχαν τα κίτρινα μεταξωτά αλεξίπτωτα. Το προσωπικό της SOE (επιχειρήσεις ειδικών αποστολών), και οι Κρητικοί βοηθοί τους τα χρησιμοποιούσαν ως υπνόσακους ή ως ανταλλάξιμο προϊόν. Ως το τέλος του πολέμου, σχεδόν οι μισές γυναίκες στα κεντρικά ορεινά του νησιού, φορούσαν κίτρινα μεταξωτά εσώρουχα.
Με λωρίδες από αλεξίπτωτα έφτιαχναν αυτοσχέδια σκοινιά. Γενικά το ύφασμα από τα αλεξίπτωτα ήταν πολύ χρήσιμο.(εικ.4)