Πέμπτη 11 Απριλίου 2019

Το χτίσιμο της Αγιάς Σοφιάς


Άγγελος Κυρίου φρουρεί την Αγιά Σοφιά
Όταν χτιζόταν η Αγιά Σοφιά, ένα Σάββατο, το μεσημέρι, ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός κάλεσε τον πρωτομάστορα, τους τεχνίτες και τους εργάτες σε τραπέζι. Ο πρωτομάστορας είχε ένα παιδί δεκατεσσάρων χρόνων, που του ανέθεσε να φυλάει τα εργαλεία του, όση ώρα θα απουσίαζε...
Εκεί που καθόταν το παιδί κοντά στα εργαλεία, να σου ξαφνικά και του παρουσιάζεται ένας άρχοντας με λαμπρά λευκά φορέματα καί με πρόσωπο, που άστραφτε σαν ήλιος. Φαινόταν σαν απεσταλμένος από τον αυτοκράτορα κι έδειχνε πώς ήταν θυμωμένος.
— Γιατί οι τεχνίτες άφησαν το έργο του Θεού καί πήγαν να τρώνε καί να πίνουν; ρώτησε το παιδί ο άγνωστος άρχοντας.
— Άρχοντά μου, τώρα σε λίγο έρχονται.
— Πήγαινε και φώναξέ τους να έρθουν γρήγορα να εργαστούν στο έργο του Θεού.
— Άρχοντά μου, φοβούμαι να πάω, να μη χαθεί κανένα από τα εργαλεία του πατέρα μου.
— Πήγαινε κι εγώ σου υπόσχομαι στην Αγία Σοφία, που χτίζεται τώρα, ότι δε θα φύγω, ώσπου να επιστρέψεις, γιατί μ' έστειλε ο Θεός να είμαι φύλακας εδώ.
Το παιδί έτρεξε στο βασιλικό τραπέζι, για να πει στον πατέρα του την εντολή, που του έδωσε ο άγνωστός του άρχοντας. Κι ο πρωτομάστορας ανέφερε το γεγονός στον αυτοκράτορα. Παραξενεύτηκε ο Ιουστινιανός καί διέταξε έναν αξιωματικό να πάει να δεί τί συμβαίνει. Ο αξιωματικός πήγε αμέσως εκεί, όπου ήταν τα εργαλεία του πρωτομάστορα, αλλά κανέναν δε βρήκε να τα φυλάει. Καί γύρισε καί το ανέφερε στον αυτοκράτορα. Κάλεσε τότε ο αυτοκράτορας όλους τους άρχοντες του παλατιού καί τους έδειξε έναν έναν στο παιδί να του πει ποιος ήταν εκείνος, που το έστειλε.
— Κανένας από αυτούς τους άρχοντές σου δεν ήταν, βασιλιά μου, είπε το παιδί. Εκείνος ήταν με λαμπρά λευκά φορέματα καί με τόσο ωραίο καί φωτεινό πρόσωπο, που δεν έχω δεί άλλο όμοιο του.
Κατάλαβε πια ο Ιουστινιανός τί συμβαίνει και συγκινημένος είπε με ευλάβεια:
— Αλήθεια. Άγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε στο παιδί καί του έδωσε την εντολή. Σέ ευχαριστώ, Παντοδύναμε, που μου φανέρωσες την αγάπη Σου καί το όνομα της Εκκλησίας. Σε ευχαριστώ ακόμη, που μου έστειλες τον Άγγελό Σου φύλακα της Εκκλησίας στους αιώνες των αιώνων.
Στό παιδί έδωσε διαταγή να μη γυρίσει κοντά στο χτίσιμο, καί κάλεσε τον Πατριάρχη, τους Επισκόπους καί τους άρχοντες να τους συμβουλευθεί. Όλοι συμφώνησαν να μην πάει άλλη φορά το παιδί στην Εκκλησία, για να το περιμένει ο Άγγελος καί να μένει φύλακάς της, όπως του υποσχέθηκε. Κι αφού έδωσε πολλά δώρα στο παιδί καί το έκαμε πολύ πλούσιο, με τη συγκατάθεση του πατέρα του το έστειλε να περάσει όλη του τη ζωή στα Δωδεκάνησα.
Από παλαιό Αναγνωστικό