Εἶναι μεγάλη εὐλογία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ ποὺ ἡ ἐποχή μας ἀξιώθηκε νὰ ἀναδείξει μεγάλους Ἁγίους, ὅπως ὁ Ἅγιος Παΐσιος καὶ ὁ Ἅγιος Πορφύριος. Ἰδιαίτερα ὁ Ἅγιος Παΐσιος θὰ μποροῦσε νὰ χαρακτηρισθεῖ ὡς ὁ κατεξοχὴν Ἅγιος τῆς ἐποχῆς μας, ἀφοῦ αὐτὸς ὅσο κανείς ἄλλος «ἔπιασε» τὸν σφυγμὸ τῆς ἐποχῆς μας καὶ βοήθησε οὐσιαστικὰ τοὺς ἀνθρώπους συνδέοντάς τους μὲ τὴν Ἐκκλησία.
Στάθηκε ὁ προφήτης τοῦ Γένους στὸν 20ὸ αἰώνα, ὅπως ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς στὸν 18ο. Στάθηκε ὁ ἐμψυχωτὴς καὶ παρηγορητής, ὁ ἀπλανὴς διδάσκαλος καὶ συγχρόνως παγκόσμιος Ἅγιος, ἀφοῦ κάθε Ἅγιος ἀνήκει στὴν οἰκουμενικὴ Ὀρθοδοξία, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ τάφος του στὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θε-ολόγου τῆς Σουρωτῆς ἔχει γίνει πανορθόδοξο προσκύνημα.
Οἱ γραμμὲς ποὺ χαράσσονται ἀποτελοῦν, τρόπον τινά, ἕνα ἐλάχιστο ἀντίδωρο στὴν ἁγιασμένη μορφὴ τοῦ Γέροντα, ἀφοῦ μὲ τὶς δικές του εὐχὲς καὶ τὴν εὐλογία – ὅπως φυσικὰ καὶ μὲ τοῦ οἰκείου ἐπισκόπου – δημιουργήθηκε τὸ μοναστήρι μας τοῦ Ὁσίου Ἀρσενίου τοῦ Καππαδόκου στὸ Βατοπαίδι Ὁρμυλίας στὴ Σιθωνία Χαλκιδικῆς.
Ὁ Ἅγιος Παΐσιος συνέχισε τὴν παράδοση, ποὺ θέλει τοὺς μοναχοὺς στὴν πρώτη γραμμὴ τῶν ἀγώνων γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς πίστεως. Ὁ καθηγητὴς τῆς ἐρήμου Μέγας Ἀντώνιος ὑπῆρξεν ὁ πρῶτος διδάξας καὶ πράξας σ’ αὐτὸ τὸ θέμα, ὅταν ἄφησε τὸ ἐρημητήριό του καὶ κατέβηκε στὴν τότε μεγαλούπολη Ἀλεξάνδρεια, τεθεὶς μαζὶ μὲ τὸν μαθητή του Μέγα Ἀθανάσιο Ἀλεξανδρείας ἐπικεφαλῆς τοῦ ἀγῶνος τῶν Ὀρθοδόξων ἐναντίον τῆς φοβερᾶς αἱρέσεως τοῦ Ἀρείου1.
Πράγματι, οἱ Ἅγιοι γνωρίζοντες ἐμπειρικά, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν καταστροφή, ποὺ προξενεῖ στὸν ἄνθρωπο ἡ ἀμετανόητη ἐμμονὴ στὴν αἵρεση, ἀγωνίσθηκαν μέχρι καὶ αἵματος γιὰ νὰ διατηρηθεῖ ἀνοικτὴ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ἡ ὁδὸς τῆς ἀληθοῦς θεογνωσίας καὶ θεοκοινωνίας, τὴν ὁποία ναρκοθετεῖ ἡ αἵρεση.
Οἱ Ἅγιοι δὲν ἔκαναν, τρόπον τινά, ξεχωριστὴ «ἀντιαιρετικὴ ἐργασία». Αὐτὴ προέκυψε ἀβίαστα ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ξεκάθαρης δογματικῆς συνειδήσεως ποὺ εἶχαν γιὰ τὴν μοναδικότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὡς κιβωτοῦ τῆς σωτηρίας.
Ὁ Ἅγιος Παΐσιος, συγκεκριμένα, βοήθησε ἀθόρυβα ἀμέτρητους ἀνθρώπους νὰ ξεφύγουν ἀπὸ τὶς ποικιλώνυμες πλάνες, νέες καὶ παλαιές. Καὶ ὄχι μόνον τοὺς βοήθησε νὰ φύγουν ἀπὸ τὴν πλάνη, ἀλλὰ τοὺς βοήθησε νὰ συνδεθοῦν ὀργανικὰ καὶ συνειδητὰ μὲ τὸ πνευματικὸν ἰατρεῖον τῆς Ἐκκλησίας.
Πλῆθος ἀνθρώπων ἐλευθέρωσε ἀπὸ μάγια καὶ λοιπὲς δαιμονικὲς ἐπήρειες. Ὅλοι αὐτοὶ δοξάζουν τὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὸν γνήσιο θεράποντά του Ἅγιο Παΐσιο τὸν Ἁγιορείτη.
Τὸ φρόνημα τοῦ Ἁγίου μας ἦταν γνήσια Ὀρθόδοξο καὶ ἐκκλησιοκεντρικό. Ὅλη ἡ φροντίδα του ἦταν νὰ συνδέσει τοὺς κουρασμένους καὶ ταλαιπωρημένους ἀπὸ τὰ πάθη, τὴν ἁμαρτία καὶ τὶς πλάνες ἀνθρώπους μὲ τὸν Σωτήρα Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία του. ὄχι μὲ τὸν ἑαυτό του.
Ὁ τρόπος του ἦταν, ὅπως ἔλεγε χαρακτηριστικά, ὅλα νὰ γίνονται «μὲ πόνο καὶ ἀγάπη», πρὸς οἰκοδομὴ πνευματικὴ καὶ γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ὁλόκληρα βιβλία ἔχουν γραφεῖ ἀπὸ ἀνθρώπους, ποὺ βοηθήθηκαν ἀπὸ τὸν Ἅγιο νὰ ἀπαγκιστρωθοῦν ἀπὸ μαγεῖες, ἀποκρυφισμοὺς καὶ ἀπωανατολίτικες ἰνδουϊστικὲς καὶ βουδιστικὲς πλάνες2.
Ὁ Ἅγιος, ἐπίσης, γνωρίζοντας τὸ πῶς ἐργάζεται ὁ πονηρός, εἰδικὰ στὴν ἐποχή μας, γιὰ νὰ τυλίξει τὸν κόσμον ὅλον «σὲ μιὰ κόλλα χαρτὶ» καὶ νὰ ἐπιβάλει παγκοσμίως τὴν ἐξουσία τοῦ Ἀντιχρίστου, ἔγραψε στὰ 1987 μὲ τὸ ἴδιο του τὸ χέρι, καὶ ἔτσι ἰδιόγραφο ζήτησε νὰ τυπωθεῖ, ξεχωριστὸ καθοδηγητικὸ φυλλάδιο μὲ τίτλο «Σημεῖα τῶν καιρῶν». Τὸ μήνυμα, ποὺ περνᾶ ὁ Ἅγιος καὶ μὲ αὐτὸ τὸ κείμενό του, εἶναι ἀγωνιστικὸ καὶ αἰσιόδοξο: ἡ νίκη εἶναι τοῦ Χριστοῦ καὶ αὐτῶν ποὺ ἀγαποῦν καὶ ἀκολουθοῦν τὸν Χριστό.
Ὁ Ἅγιος Γέροντας ἐχαρακτήριζε, ὅπως καὶ ὁ Ἅγιος Πορφύριος, τὶς προτεσταντικὲς παραφυάδες καὶ ἰδιαίτερα τοὺς λεγομένους Πεντηκοστιανοὺς ὡς μεγάλη πλάνη καὶ μεγάλο δαιμόνιο καὶ πολλοὺς βοήθησε νὰ δοῦν αὐτὴ τὴν πραγματικότητα καὶ νὰ φύγουν ἀπὸ ἐκεῖ.
Κρυστάλλινη ἦταν ἡ θέση του καὶ ἀπέναντι στὸν σύγχρονο μεγάλο πειρασμὸ γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ποὺ ἀκούει εἰς τὸ ὄνομα οἰκουμενισμὸς καὶ χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὸν ἄλλον Ἅγιο τῆς ἐποχῆς μας, τὸν Σέρβο Ἰουστῖνο Πόποβιτς ὡς παναίρεση. Γιὰ τὸ θέμα αὐτό, ἤδη ἀπὸ τὸ ξεκίνημα σχεδὸν τοῦ πειρασμοῦ τῶν συμπροσευχῶν καὶ τῶν ἰσοπεδωτικῶν οἰκουμενιστικῶν ἀνοιγμάτων, τῆς οὐσιαστικῆς καταργήσεως τῶν ὁρίων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς ἐξομοιώσεώς της μὲ τὶς ποικιλώνυμες αἱρετικὲς παρασυναγωγὲς ἔγραψε ἐπιστολή, τὴν ὁποίαν ἔστειλε πρὸς τὸν ἄλλον ὁμολογητὴ καὶ ἀγωνιστὴ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως π. Χαράλαμπο Βασιλόπουλο γιὰ νὰ δημοσιευθεῖ στὴν ἐφημερίδα Ὀρθόδοξος Τύπος.
Ἐκεῖ μὲ ἕναν ἐξαιρετικὸ συνδυασμὸ λεπτότητος ἀλλὰ καὶ παρρησίας ἀναφέρεται στὸν «... βαθύ [του] πόνον διὰ τὴν γραμμὴν καὶ κοσμικὴν ἀγάπην δυστυχῶς τοῦ πατέρα μας κ.κ. Ἀθηναγόρα. Ὅπως φαίνεται, ἀγάπησε μίαν ἄλλην γυναῖκα μοντέρνα, ποὺ λέγεται Παπικὴ Ἐκκλησία, διότι ἡ Ὀρθόδοξος Μητέρα μας δὲν τοῦ κάμνει καμμίαν ἐντύπωσι, ἐπειδὴ εἶναι πολὺ σεμνή»3. Ἐπισημαίνει στὴν ἴδια ἐπιστολή: «Ἃς γνωρίζωμεν ὅτι δὲν ὑπάρχουν μόνον φυσικοὶ νόμοι, ἀλλὰ καὶ πνευματικοί. Ἑπομένως, ἡ μέλλουσα ὀργὴ τοῦ Θεοῦ δὲν μπορεῖ νὰ ἀντιμετωπισθῇ μὲ συνεταιρισμὸν ἁμαρτωλῶν (διότι διπλὴν ὀργὴν θὰ λάβωμεν), ἀλλὰ μὲ μετάνοιαν καὶ τήρησιν τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου»4.
Ἰδιαίτερα τραγικὴ εἶναι ἡ διαπίστωση τοῦ Ἁγίου ὅτι «…μετὰ λύπης μου, ἀπὸ ὅσους φιλενωτικοὺς ἔχω γνωρίσει, δὲν εἶδα νὰ ἔχουν οὔτε ψίχα πνευματική, οὔτε φλοιό. Ξέρουν, ὅμως νὰ ὁμιλοῦν γιὰ ἀγάπη καὶ ἑνότητα, ἐνῷ οἱ ἴδιοι δὲν εἶναι ἑνωμένοι μὲ τὸν Θεόν, διότι δὲν τὸν ἔχουν ἀγαπήσει»5. Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο: «Ἃς εὐχηθοῦμε νὰ δώσῃ ὁ Θεὸς τὸν φωτισμόν Του σὲ ὅλους μας καὶ εἰς τὸν Πατριάρχην μας Κον. Κον. Ἀθηναγόραν,… νὰ πραγματοποιηθῇ ἡ γαλήνη ἀνάμεσα στὸ σκανδαλισμένο ὀρθόδοξο πλήρωμα, ἡ εἰρήνη καὶ ἡ ἀγάπη μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων Ἀνατολικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ κατόπιν ἂς γίνῃ σκέψις διὰ τὴν ἕνωσιν μετὰ τῶν ἄλλων Ὁμολογιῶν, ἐὰν καὶ ἐφ’ ὅσον εἰλικρινῶς ἐπιθυμοῦν νὰ ἀσπαθοῦν τὸ Ὀρθόδοξον δόγμα»6. Σχολιάζοντες τὰ ἀνωτέρω ἐπισημαίνουμε ὅτι ὁ Ἅγιος δὲν ὀνομάζει «Ἐκκλησίες» τοὺς παπικοὺς καὶ προτεστάντες, ἀλλὰ «Ὁμολογίες» καὶ θεωρεῖ ὅτι ἡ ἀληθὴς μέθοδος ἑνώσεως εἶναι μία καὶ ἁπλή: ἡ μετάνοια καὶ ἐπιστροφὴ τῶν αἱρετικῶν.
Ὁ Ἅγιος, ὡς θεοφώτιστος, διέκρινε ἐγκαίρως ὅτι ὁ διαχριστιανικὸς Οἰκουμενισμὸς ὁδηγεῖ τελικὰ καὶ στὸν διαθρησκειακὸ Οἰκουμενισμὸ καὶ τὴν Πανθρησκεία: Γράφει σὲ ἄλλο κείμενό του: «Σήμερα δυστυχῶς μπῆκε ἡ εὐρωπαϊκὴ εὐγένεια καὶ πᾶνε νὰ δείξουν τὸν καλό. Θέλουν νὰ δείξουν ἀνωτερότητα καὶ τελικὰ πᾶνε νὰ προσκυνήσουν τὸν διάβολο μὲ τὰ δύο κέρατα. “Μία θρησκεία, σοῦ λένε, νὰ ὑπάρχῃ” καὶ τὰ ἰσοπεδώνουν ὅλα. Ἦρθαν καὶ σ’ ἐμένα μερικοὶ καὶ μοῦ εἶπαν: “ Ὅσοι πιστεύουμε στὸν Χριστὸ νὰ κάνουμε μία θρησκεία”. “Τώρα εἶναι σὰν νὰ μοῦ λέτε, τοὺς εἶπα, χρυσὸ καὶ μπακίρι, χρυσὸ τόσα καράτια καὶ τόσα ποὺ τὰ ξεχώρισαν, νὰ τὰ μαζέψουμε πάλι καὶ νὰ τὰ κάνουμε ἕνα. Εἶναι σωστὸ νὰ τὰ ἀνακατέψουμε πάλι; Ρωτῆστε ἕναν χρυσοχόο: Κάνει νὰ ἀνακατέψουμε τὴν σαβούρα μὲ τὸν χρυσό;. Ἔγινε τόσος ἀγώνας γιὰ νὰ λαμπικάρῃ τὸ δόγμα. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες κάτι ἤξεραν καὶ ἀπαγόρευσαν τὶς σχέσεις μὲ αἱρετικό. Σήμερα λένε: “Ὄχι μόνο μὲ αἱρετικό, ἀλλὰ καὶ μὲ Βουδιστὴ καὶ μὲ πυρολάτρη καὶ μὲ δαιμονολάτρη νὰ συμπροσευχηθοῦμε. Πρέπει νὰ βρίσκωνται στὶς συμπροσευχές τους καὶ στὰ συνέδρια καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι. Εἶναι μιὰ παρουσία. Τί παρουσία; Τὰ λύνουν ὅλα μὲ τὴν λογικὴ καὶ δικαιολογοῦν τὰ ἀδικαιολόγητα. Τὸ εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα νομίζει ὅτι καὶ τὰ πνευματικὰ θέματα μποροῦν νὰ μποῦν στὴν Κοινὴ Ἀγορά...»7.
Θὰ κλείσουμε μὲ ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴ βιογραφία τοῦ Ἁγίου, ποὺ ἔγραψε ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ κοντινούς του μαθητές, ὁ Λιβανικῆς καταγωγῆς παπα-Ἰσαὰκ καὶ ὁλοκλήρωσε μετὰ τὴν κοίμησή του ἡ συνοδεία του. Γράφει λοιπὸν ὁ παπα-Ἰσαάκ, περιγράφοντας τὴν ἀταλάντευτη στάση τοῦ Ἁγίου στὰ θέματα τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ὁμολογίας: «Ἀπὸ τὸ Στόμιο εἴδαμε τὸν Γέροντα σφοδρὸ πολέμιο τῶν αἱρέσεων. Στὰ θέματα τῆς πίστεως ἦταν ἀκριβὴς καὶ ἀσυγκατάβατος. Ἔλεγε: “Στὴν Ἀλήθεια δὲν γίνονται ἐκπτώσεις. Ἡ Ἀλήθεια εἶναι ὁ Χριστός”.
»Καταπολέμησε τὸν οἰκουμενισμὸ καὶ μιλοῦσε γιὰ τὸ μεγαλεῖο καὶ τὴν μοναδικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας, τὴν πληροφορία του ἀρυόμενος ἀπὸ τὴν ἐν καρδίᾳ του θεία χάρι. Ὁ βίος του ἀποδείκνυε τὴν ὑπεροχὴ τῆς Ὀρθοδοξίας.
»Μὲ τὴν διάκρισή του συμβούλευε: “Στοὺς Χριστιανοὺς ποὺ δὲν εἶναι Ὀρθόδοξοι, δὲν πρέπει νὰ τοὺς λέμε ὅτι θὰ πᾶνε στὴν κόλαση ἢ ὅτι εἶναι ἀντίχριστοι ἀλλὰ οὔτε καὶ ὅτι θὰ σωθοῦν. Διότι μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο τοὺς ἀναπαύουμε ψεύτικα καὶ θὰ κριθοῦμε γι’ αὐτό. Θὰ πρέπει νὰ τοὺς βάλουμε τὴν καλὴ ἀνησυχία, νὰ τοὺς ποῦμε ὅτι βρίσκονται σὲ πλάνη”.
»Εἶχε μεγάλη ὀρθόδοξη εὐαισθησία, γι’ αὐτὸ δὲν δεχόταν συμπροσευχὲς καὶ κοινωνία μὲ πρόσωπα μὴ ὀρθόδοξα. Τόνιζε: “Γιὰ νὰ συμπροσευχηθοῦμε μὲ κάποιον πρέπει νὰ συμφωνοῦμε στὴν πίστη”. Διέκοπτε τὶς σχέσεις του ἢ ἀπέφευγε νὰ δῆ κληρικοὺς ποὺ συμμετεῖχαν σὲ κοινὲς προσευχὲς μὲ ἑτεροδόξους. Τὰ “μυστήρια” τῶν ἑτεροδόξων δὲν τὰ ἀναγνώριζε καὶ συμβούλευε οἱ προσερχόμενοι στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία νὰ κατηχοῦνται καλά, πρὶν βαπτισθοῦν.
»Γιὰ ἕνα διάστημα εἶχε διακόψει, μαζὶ μὲ ὅλο σχεδὸν τὸ ὑπόλοιπο Ἅγιον Ὄρος, τὸ μνημόσυνο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα γιὰ τὰ ἐπικίνδυνα ἀνοίγματά του πρὸς τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς. Ἀλλὰ τὸ ἔκανε μὲ πόνο: “Κάνω προσευχή”, εἶπε σὲ κάποιον, “γιὰ νὰ κόβῃ ὁ Θεὸς μέρες ἀπὸ μένα καὶ νὰ τὶς δίνῃ στὸν πατριάρχη Ἀθηναγόρα, γιὰ νὰ ὁλοκληρώσῃ τὴν μετάνοιά του”.
»Τοὺς Ἀντιχαλκηδονίους (μονοφυσίτες) – ὅπως καὶ ὅλους τοὺς αἱρετικοὺς καὶ ἑτεροθρήσκους – τοὺς θεωροῦσε μὲν ὡς πλάσματα Θεοῦ καὶ ἀδελφούς μας κατὰ σάρκα (ἀπὸ τὸν Ἀδάμ), ἀλλὰ ὄχι παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ ἀδελφούς μας καὶ κατὰ πνεῦμα, ποὺ θεωροῦσε μόνο τοὺς Ὀρθοδόξους. Ὅσον ἀφορᾶ δὲ τὰ ἐσχάτως ὑποστηριζόμενα ἀπὸ μονοφυσίτες (καὶ φιλομονοφυσίτες) ὁ Γέροντας εἶχε ἐπισημάνει: “Αὐτοὶ δὲν λένε ὅτι δὲν κατάλαβαν τοὺς Ἁγίους Πατέρες, ἀλλ’ ὅτι οἱ Ἅγιοι Πατέρες δὲν τοὺς κατάλαβαν. Δηλαδὴ σὰν νὰ ἔχουν αὐτοὶ δίκαιο καὶ τοὺς παρεξηγήσανε”. Τέλος χαρακτήρισε ὡς βλασφημία κατὰ τῶν Ἁγίων Πατέρων τὴν προτεινόμενη κάθαρση τῶν Λειτουργικῶν βιβλίων ἀπὸ τὸν χαρακτηρισμὸ τοῦ αἱρετικοῦ γιὰ τὸν Διόσκορο καὶ Σεβῆρο. Εἶπε: “Τόσοι ἅγιοι Πατέρες ποὺ εἶχαν θεῖο φωτισμὸ καὶ ἦταν σύγχρονοι, δὲν τοὺς κατάλαβαν καὶ τοὺς παρεξήγησαν καὶ ἐρχόμαστε ἐμεῖς μετὰ ἀπὸ τόσους αἰῶνες νὰ διορθώσουμε τοὺς Ἁγίους Πατέρες; Ἀλλὰ καὶ τὸ θαῦμα τῆς Ἁγίας Εὐφημίας δὲν τὸ ὑπολογίζουν; Καὶ αὐτὴ παρεξήγησε τὸν τόμο τῶν αἱρετικῶν;”»8.
Ἂς εὐχηθοῦμε νὰ ἀποτελέσουν οἱ τόσο ξεκάθαρες καὶ σύμφωνες μὲ τὴν παράδοση τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων θέσεις τοῦ Ἁγίου Παϊσίου ὁδηγὸ γιὰ ὅλους μας ἀλλὰ καὶ ἰδιαιτέρως γι’ αὐτοὺς ποὺ χειρίζονται ἀπὸ θέσεως εὐθύνης τὰ θέματα τῶν σχέσεών μας μὲ τοὺς ἑτεροδόξους.
________________
1. Γιὰ τὴν παρουσία τῶν μοναχῶν σὲ ὅλους τοὺς ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, βλ. τὴ σπουδαία μελέτη τοῦ ἀρχιμ. Βασιλείου Παπαδάκη μὲ τίτλο Οἱ ἀγῶνες τῶν Μοναχῶν ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐκδ. Ἱ. Μονῆς Ἁγίας Ἀναστασίας τῆς Ρωμαίας, Ρέθυμνο 2008.
2. Βλ. βιβλίο Διονυσίου Φαρασιώτη, Οἱ γκουρού, ὁ νέος καὶ ὁ γέροντας Παΐσιος, Θεσσαλονίκη, μὲ ἀλλεπάλληλες ἐκδόσεις ἀπὸ τὸ 2000 μέχρι σήμερα.
3. Βλ. τὴν ἐπιστολὴ μὲ ἡμερομηνία 23.1.1969, δημοσιευμένη στὸ περιοδ. Παρακαταθήκη, τ. 52, σσ. 2-4. Ἡ ἐπιστολὴ δημοσιεύθηκε κατόπιν καὶ ἀλλοῦ καὶ ἐκυκλοφορήθη καὶ σὲ ξεχωριστὸ φυλλάδιο.
4. Αὐτόθι.
5. Αὐτόθι.
6. Αὐτόθι.
7. Βλ. Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι τ. Α΄. Μὲ πόνο καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο, ἐκδ. Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης 2002, σσ. 347-348.
8. Βλ. † Ἱερομονάχου Ἰσαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἅγιον Ὄρος 62008, σσ. 729-731.
ΠΗΓΗ : "ΠΕΙΡΑΪΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ", τευχ. 272/2015, σσ. 43-45.
http://tribonio.blogspot.com