πρωτοπρεσβυτέρου ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΤΑΤΣΗ
Ὁ Γέροντας, παρόλο πού ἡ ἀσκητικότητά του ἦταν παραδεκτή ἀπό ὅλους, ἀντιμετώπισε πολλές φορές τήν μανία τῶν ζηλωτῶν τοῦ Ἁγίου Ὅρους καί τά πικρά σχόλια τῶν ζηλότυπων μοναχῶν, τῶν ἐγγύς καί τῶν μακράν.
Ήταν μέσα στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ νά πικραθεῖ ἀπό τούς ἴδιους τους ἁγιορεῖτες.
Αὐτό φυσικά δέν σημαίνει ὅτι μέσα στό Ἅγιον Ὅρος δέν ὑπῆρχαν μοναχοί πού τόν ἀγαποῦσαν καί τόν συμβουλεύονταν. Κάθε ἄλλο. Δεκάδες μοναχοί περνοῦσαν ἀπό τό ταπεινό κελί του γιά νά ποῦν τούς λογισμούς τους καί νά πάρουν τή γνώμη του. Ἀλλά καί μετά τήν κοίμηση τοῦ Γέροντα ἐκδηλώθηκαν ἀντιδράσεις, πού ἀπέδειξαν γιά μία ἀκόμα φορᾶ, ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού φοροῦν τό μοναχικό ράσο καί ἐνῶ θά ἔπρεπε νά εἶχαν πνευματική εὐαισθησία καί νά εἶναι προσεκτικοί σέ κάθε τί πού λένε καί γράφουν, πέφτουν πολύ χαμηλά καί ἀποκαλύπτουν τόν ψυχικό τους κόσμο πού εἶναι σπήλαιο ληστῶν.
α. Ἡ μανία τῶν ζηλωτῶν
Οἱ ζηλωτές, παλαιοημερολογίτες μέ οὐ κατ' ἐπίγνωσιν ζῆλο καί ἔμμονες ἰδέες, κατέκριναν τό Γέροντα, γιατί δέν ἀκολουθοῦσε τή δική τους γραμμή στό θέμα τῶν σχέσεων μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Ζητοῦσαν νά διακόψει...
κάθε σχέση μ' αὐτό, νά μήν μνημονεύει τόν Πατριάρχη καί νά διαφωτίζει τούς ἐπισκέπτες τοῦ σχετικά μέ τούς κινδύνους πού ἀντιμετωπίζει ἡ Ὀρθοδοξία ἀπό τόν Πατριάρχη καί τίς ἐνέργειές του. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἀδιαφοροῦσαν ἐντελῶς γιά τή μεγάλη πνευματική προσφορά τοῦ Γέροντα, γιά τή μέριμνά του νά καλλιεργηθοῦν οἱ ἄνθρωποι σύμφωνα μέ τό ὀρθόδοξο ἦθος, γιά τήν καλή ἀνησυχία πού ἔσπερνε στούς ἀνθρώπους, γιά τήν παρηγοριά πού τούς ἔδινε, γιά τήν προσευχή πού ἔκανε γιά τούς πονεμένους, γιά τήν μεγάλη του ἀσκητικότητα, μέ δύο λόγια γιά τήν εὐλογημένη παρουσία του στό Ἅγιον Ὅρος. Ἤθελαν σώνει καί καλά ὁ Γέροντας νά ἀρνηθεῖ τήν Ἐκκλησία καί νά γίνει ἕνας τυφλός ζηλωτής.
Ἐνδεικτικά ἀναφέρουμε δύο περιπτώσεις: Τό περιοδικό «Ἅγιος Ἀγαθάγγελος Ἐσφιγμενίτης», τῆς μονῆς Ἐσφιγμένου, πού κρίνει τούς πάντες καί τά πάντα καί μόνο τόν ἑαυτό τοῦ ξεχνάει, σέ κάποιο σχόλιό του πού φέρει τόν τίτλο «Καί μετά θάνατον ἐπιζήμιος ὁ π. Παΐσιος ὁ ἁγιορείτης», λέγει καί τά ἑξῆς: «Παρεκτραπέντος αὐτοῦ, εἰς τήν Ὀρθόδοξον Πίστιν τῶν Πατέρων μας, ἐπλάνει τόν λαόν τοῦ Θεοῦ, ὅστις ἤρχετο ἐκ περάτων τῆς γής νά τόν συμβουλευθῆ καί συνεβούλευεν αὐτούς νά ἀκολουθοῦν αἱρετικούς ποιμένας». Καί ἐπειδή εἶχε πληροφορηθεῖ τό καλό περιοδικό ὅτι ἐπρόκειτο νά κυκλοφορήσουν καί βιογραφίες τοῦ Γέροντα, ἀνησυχοῦσε γιατί καί μετά τήν κοίμησή του θά ἦταν ἐπικίνδυνος. Μάλιστα προέτρεπε τούς βιογράφους καί ἀρθρογράφους νά μήν ἐπιβαρύνουν τήν ψυχή τους μέ τό νά γράφουν γιά τήν ἀνύπαρκτη ἁγιότητα τοῦ π. Παϊσίου.
Ἀλλά καί στό περιοδικό «Ἁγιορείτης» κατηγορεῖται ὁ Γέροντας, ὅπως καί ὅλοι οἱ σύγχρονοι Γέροντες, γιατί ποτέ δέν συμβούλεψαν «κάτι πού νά προστατεύει τούς πιστούς ἀπό τάς ἀντορθοδόξους ἐνεργείας τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου καί τῶν δορυφόρων του. Οὐδέποτε! Δία θέματα πίστεως ἐτήρουν σιγήν, σιγήν ἔνοχον καί κατακριτον κατά τούς ἁγίους Πατέρας». Καί ἀμφισβητώντας τά χαρίσματα πού εἶχαν, ὁ συντάκτης τοῦ σχολίου λέγει ὅτι δέν ἀποτελοῦσαν κριτήριο Ὀρθοδοξίας, ἀλλά «εἶχον γίνει παίγνιον τοῦ πονηροῦ, ἀφοῦ τίποτα ἀπό τά λεγόμενά τους δέν ἐναρμονίζεται πρός τόν Πατερικόν, ἀντιαιρετικόν λόγον, γενόμενοι αἰτία νά παραμένουν τόσαι ψυχαί εἰς τήν κοινωνίαν τῆς αἱρέσεως».
Δέν χρειάζεται νά σχολιάσουμε τά ἀνωτέρω ἀποσπάσματα, γιατί εἶναι ἄδικα καί προπαντός ἐμπαθῆ. Τά ἀναφέραμε μόνο γιά νά φανεῖ ὅτι ὁ Γέροντας ἀντιμετώπιζε ὅσο ζοῦσε τήν μανία τῶν ζηλωτῶν, οἱ ὁποῖοι συνεχίζουν τήν τακτική τους καί μετά τήν κοίμησή του.
β. Ἡ πικρία τῶν ζηλότυπων
Ἐκτός ἀπό τούς ζηλωτές ὑπῆρχαν καί οἱ ζηλότυποι, οἱ μοναχοί ἐκεῖνοι πού πικραίνονταν ἀπό τή μεγάλη φήμη τοῦ Γέροντα, ἀπό τό ἀδιάκοπο ποτάμι τῶν ἀνθρώπων πού κατηφόριζε στήν Παναγούδα, ἀπό τά διάφορα θαυμαστά γεγονότα πού διηγοῦνταν οἱ προσκυνητές, ἀπό τήν ἀκτινοβολία τῆς ἁγίας του μορφῆς. Καί δέν ἦταν λίγοι αὐτοί. Ἔτσι ἀκούγαμε συχνά νά λένε ὅτι ὁ Γέροντας ἦταν μάγος, ὅτι ἐντυπωσίαζε τόν κόσμο μέ τά διάφορα μαγικά πού ἔκανε, ὅτι τή νύχτα μέ τό φακό ἀναμμένο ἐπικοινωνοῦσε μέ τά πονηρά πνεύματα κ.λπ. Θυμᾶμαι χαρακτηριστικά ὅτι κάποτε ὁ Γέροντάς μου εἶχε πεῖ μέ βαθιά πικρία γιά τίς κατηγορίες αὐτές: «Τί νά σού πῶ, παπά μου, ἐγώ δέν προλαβαίνω νά κάνω καμιά δουλειά τήν ἡμέρα ἀπό τόν κόσμο πού περνάει. Ἔτσι ἀναγκάζομαι τό βράδυ μέ τό φακό νά κάνω κάτι. Θέλω νά πλύνω ἕνα ράσο καί ἀναγκάζομαι νά τό πλένω μέ ἀναμμένο τό φακό τή νύχτα. Καί βλέπουν οἱ ἀδελφοί ἀπό τά κελιά καί λένε ὁ Παΐσιος κάνει μάγια. Τί νά πῶ;».
Ἄλλοι πάλι τόν κατηγοροῦσαν ὡς φιλοχρήματο. Ἔλεγαν ὅτι ὁ κόσμος πού πηγαίνει ἐκεῖ, μπαίνει μέσα στήν ἐκκλησία καί ρίχνει ἕνα σωρό χρήματα. Καί γι' αὐτή τήν κατηγορία μου εἶχε πεῖ: «Ξέρεις δέν ἀνοίγω τό κελί νά περάσουν μέσα οἱ ἐπισκέπτες, γιά νά προσκυνήσουν, παρόλο πού ἔτσι πρέπει νά γίνεται. Δέν θέλω νά ποῦν ὅτι ἀνοίγω γιά νά ἀφήνουν χρήματα». Καί τά ἔλεγαν αὐτά μικρόψυχοι ἁγιορεῖτες πατέρες, πού ἀσφαλῶς γνώριζαν ὅτι ὁ Γέροντας ἦταν ἀκτήμων. Καί ἁπτή ἀπόδειξη ἦταν τό γεγονός ὅτι ποτέ δέν εἰσέπραττε τίς ταχυδρομικές ἐπιταγές πού τοῦ ἔστελναν. Πάντα τίς ἐπέστρεφε.
Ἄλλοι πάλι μόλις ξημέρωνε καί ἔβλεπαν τούς προσκυνητές νά κατηφορίζουν πρός τήν καλύβη τοῦ Γέροντα, ἔλεγαν μέ εἰρωνεία ὅτι πρωί - πρωί ἀνοίγει τό κατηχητικό σχολεῖο ὁ Παΐσιος. Καί ἄλλοι πάλι παραξενεύονταν ἀπό τήν τακτική τῶν προσκυνητῶν νά ἐπιμένουν νά δοῦν «ἕναν ἀγράμματο καλόγερο, πού τίποτα τό ἰδιαίτερο δέν εἶχε νά προσφέρει». Ὑπῆρχαν τέλος καί πολλοί λόγιοι καί καταρτισμένοι μοναχοί, οἱ ὁποῖοι ἀσχολοῦνταν μέ τά τῆς Ἱερᾶς Κοινότητας, πού δέν θέλησαν ποτέ νά κατηφορίσουν πρός τό κελί τοῦ Γέροντα, γιατί πίστευαν ὅτι ἡ φήμη τοῦ Γέροντα ἦταν ὑπερβολική καί μᾶλλον ἐπρόκειτο περί πλάνης. Ἀλλά ἔτσι συμβαίνει πάντα. Δέν εἶναι εὔκολο νά δεχτεῖς ἕναν ἅγιο ἄνθρωπο, τήν ὥρα πού ἐσύ ὁ ἴδιος ἔχεις ἐγκαταλείψει τόν προσωπικό σου ἀγώνα ἤ ἔχεις πέσει στήν παγίδα τῆς πνευματικῆς αὐτάρκειας.
Τελικά ἀποδείχτηκε ὅτι οἱ κοσμικοί ἄνθρωποι εἶχαν καθαρότερη καρδιά καί γι' αὐτό ἔτρεχαν κοντά στό Γέροντα καί ὠφελοῦνταν πνευματικά.
http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/