Η Αγία οδηγείται μπροστά στον πρώτο των ρητόρων. Αυτός με αλαζονική φωνή και άγριο βλέμμα ζητά να δικαιολογήσει την θέση της, πως τολμά να μιλά με τόση θρασύτητα και ασυλλόγιστα για τους θεούς, τους οποίους εξύμνησαν οι μεγάλοι ποιητές και σ' αυτούς οφείλει την σοφία της.
Η Αγία ευθύς απαντά με υποδειγματική πραότητα και σύνεση ότι την σοφία της την οφείλει στον μοναδικό Θεό, ο οποίος είναι η μοναδική σοφία και η ζωή, και η τήρηση των εντολών του αποτελεί την αρχή μιας σοφίας τελειότερης και μεγαλύτερης. Όταν, όμως, αναφέρεται στους θεούς των σοφών, στην συνέχεια, οι λόγοι της γίνονται επιθετικοί και απαξιωτικοί: «τα δε των υμετέρων θεών καταγέλαστα όντα και πολλής γέμοντα της απάτης, ουκέτι ουδέ αξίου τινος έτυχε ψόγου» (35). Όταν ο ρήτωρ επικαλείται τον σοφό Όμηρο και τον ποιητή Ορφέα, οι οποίοι μιλούν για τους αθάνατους θεούς του, και τολμά να αμφισβητήσει την θεότητα του Εσταυρωμένου Ιησού Χριστού, υποστηρίζοντας ότι κανείς σοφός δεν κάνει λόγο γι' αυτόν, η μάρτυς παρουσιάζει τα χωρία, που αντλεί από τα συγγράμματα των αρχαίων ποιητών και φιλοσόφων, τα οποία δείχνουν ότι η φιλοσοφική σκέψη είχε κορεστεί από τον μύθο των θεών με τα ανθρώπινα πάθη και τις αδυναμίες και αναζητούσε από καιρό κάτι ανώτερο.
Ο ίδιος ο Όμηρος, αναφέρει η Αγία, απαριθμεί τα ατοπήματα του Δία, τον αποκαλεί ψεύτη, διεστραμμένο, πανούργο, απατεώνα, που αν και πατέρας των θεών κινδύνευσε να συρθεί ως δεσμώτης από την Ήρα, την Αθηνά και τον Ποσειδώνα. Για τον μουσικό Ορφέα επισημαίνει ότι στην Θεογονία του καταλογίζει μεγάλη παραφροσύνη στους ανθρώπους που δεν νοούν να καταλάβουν αυτό για το οποίο ο σοφός Σοφοκλής βεβαιώνει, λέγοντας: «Υπάρχει Θεός, ο οποίος δημιούργησε τον ουρανό και την μεγάλη γη και το γαλάζιο κύμα της θάλασσας και τις ορμές των ανέμων. Οι θνητοί ξεγελασμένοι από την μεγάλη πανουργία δημιουργήσαμε ευχαριστήσεις διαφόρων εδεσμάτων για τους θεούς, καθώς και αγάλματα από ξύλα και λίθους και εικόνες από χρυσό καμωμένες και εφεύραμε θυσίες γι' αυτούς και καινούργιες γιορτές και αυτά τα θεωρούσαμε ότι είναι ευσέβεια» (36).
Ο διάλογος μετατρέπεται σε μονόλογο. Η υπεροχή της Αγίας είναι πλέον αισθητή. Έφθασε πλέον η στιγμή που θα καταρρίψει και το τελευταίο κατ' αυτούς επιχείρημα ότι δηλ. τον Εσταυρωμένο αγνοούν οι σοφοί τους, αποκαλύπτοντας τοιουτοτρόπως τον μερικό φωτισμό των Ελλήνων φιλοσόφων από τον ίδιο τον Λόγο του Θεού (σπερματικός λόγος). Αρχικά αναφέρει τα αποκαλυπτικά λόγια της Σίβυλλας, της πιο σοφής απ' τις γυναίκες: «Ύστερα από πολύ καιρό θα φθάσει κάποτε κάποιος σ' αυτήν την πολυδιηρημένη γη και χωρίς σφάλμα θα γεννηθεί με σάρκα με ανεξάντλητα όρια θεότητας και θα λυτρώσει από τα ανίατα πάθη τον άνθρωπο. Αυτόν θα τον φθονήσει ένας άπιστος λαός και θα κρεμαστεί ψηλά σαν καταδικασμένος σε θάνατο. Όλα αυτά θα τα υποφέρει με πραότητα». Στην συνέχεια αναφέρει και την αλήθεια που ξεστόμισε ο μάντης τους ο Απόλλων: «Ένας ουράνιος με πιέζει ισχυρά, ο οποίος είναι τριλαμπές φως. Αυτός είναι Θεός, που έπαθε χωρίς να πάθει τίποτα η θεότητά του, γιατί είναι συγχρόνως θνητός και αθάνατος. Αυτός είναι μαζί Θεός και άνθρωπος, όλα υποφέροντάς τα από τους θνητούς, δηλαδή τον σταυρό, την ύβρη, την ταφή, ο οποίος κάποτε από τα μάτια του έχυνε θερμά δάκρυα, ο οποίος πέντε χιλιάδες ανθρώπους με ψωμί χόρτασε. Αυτό βέβαια χρειαζότανε θεϊκή δύναμη. Ο Χριστός είναι ο Θεός μου, ο οποίος καρφώθηκε στο ξύλο, ο οποίος πέθανε, ο οποίος από τον τάφο ανέβηκε στο ουρανό» (37).
35. ΣΥΜΕΩΝ Ο ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗΣ, Μαρτύριον Αγ. Αικατερίνης 9, PG 116,285Β,
36. ΣΥΜΕΩΝ Ο ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗΣ , Μαρτύριον Αγ. Αικατερίνης 10, PG 116,285D-288A,
37. ΣΥΜΕΩΝ Ο ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗΣ, Μαρτύριον Αγ. Αικατερίνης 11, PG 116,288A-C.
ΠΗΓΗ : impantokratoros.gr