Δευτέρα 15 Ιουνίου 2020

Ο Άγιος Παχώμιος σε μοναχό: "Αφού το θέλεις το μαρτύριο, θα σε βρει. Φυλάξου όμως, μην τυχόν, όταν έρθει η ώρα, αντί να μαρτυρήσεις, αρνηθείς τον Χριστό."





Ήταν κάποιος αδελφός από τους πολύ ονομαστούς που ασκήτευε μόνος του. Αυτός, όταν άκουσε για τον τρόπο ζωής του αγίου Παχωμίου, πήγε και τον παρακάλεσε να τον δεχτεί στο κοινόβιο. 


Αφού λοιπόν έγινε δεκτός και πέρασαν λίγες μέρες, άρχισε να θέλει να μαρτυρήσει, αν και στον κόσμο υπήρχε ειρήνη και η Εκκλησία, με τη χάρη του Θεού, περνούσε περίοδο γαλήνης και προόδου, καθώς βασιλιάς τότε ήταν ο άγιος Κωνσταντίνος. Έτσι λοιπόν παρακαλούσε συνεχώς τον άγιο λέγοντας: «Προσευχήσου για εμένα, αββά, ώστε να γίνω μάρτυρας».

Ο γέροντας τον συμβούλευε και του έλεγε: «Υπόμεινε, αδελφέ, τον αγώνα του μοναχού γενναία και αψεγάδιαστα, και πέρασε τη ζωή σου όπως είναι αρεστό στον Χριστό, και στον ουρανό θα είσαι μαζί με τους μάρτυρες. Και στον λογισμό αυτόν μην επιτρέψεις ξανά να εισχωρήσει στην καρδιά σου».

Επειδή όμως εκείνος δεν άφηνε αυτή την επιθυμία του, αλλά την ένιωθε κάθε μέρα και εντονότερη και ενοχλούσε τον άγιο να προσευχηθεί γι’ αυτόν, ο άγιος, για να απαλλαγεί από αυτή την ενόχληση, του είπε: «Εγώ προσεύχομαι, και αφού το θέλεις το μαρτύριο, θα σε βρει. Φυλάξου όμως, μην τυχόν, όταν έρθει η ώρα, αντί να μαρτυρήσεις, αρνηθείς τον Χριστό. Γιατί στ’ αλήθεια σφάλλει όποιος θέλει να πάει μόνος του και να πέσει σε πειρασμό, ενώ ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός μάς προστάζει να προσευχόμαστε να μην πέσουμε σε πειρασμό (Ματθ. 26:41)».

Μετά από δυο χρόνια συνέβη να σταλούν από τον άγιο Παχώμιο μερικοί από τους αδελφούς στο χωριό που ήταν ψηλότερα από τη μονή, για να μαζέψουν βούρλα για το πλέξιμο ψαθιών. Το χωριό όμως ήταν κοντά στην περιοχή των βαρβάρων που λέγονταν Βλέμμυες. Καθώς λοιπόν ήταν εκεί οι αδελφοί και μάζευαν βούρλα, έστειλε ο άγιος τον αδελφό που ήθελε να μαρτυρήσει, για να τους πάει λίγες προμήθειες. Προηγουμένως του έδωσε εντολή να προσέχει τον εαυτό του και του φανέρωσε αινιγματικά τι θα συμβεί, λέγοντας τα λόγια της Γραφής: «Να, τώρα είναι ο καιρός της χάρης, τώρα είναι η ημέρα της σωτηρίας. Καμία αφορμή προσκόμματος ας μη δώσουμε σε κανέναν, για να μη δυσφημιστεί η υπηρεσία μας» (Β’ Κορ. 6:2-3).

Ο αδελφός πήρε ένα γαϊδούρι, φόρτωσε τις προμήθειες και ξεκίνησε για τους αδελφούς. Όταν περνούσε από την έρημο, τον συνάντησαν οι βάρβαροι που είχαν κατεβεί από το βουνό για να πάρουν νερό. Τον έπιασαν, του έδεσαν τα χέρια, πήραν το γαϊδούρι με τις προμήθειες και τον πήγαν στο βουνό, όπου ήταν οι σύντροφοί τους.

Όταν τον είδαν οι υπόλοιποι βάρβαροι να έρχεται, άρχισαν να τον χλευάζουν και να του λένε: «Μοναχέ, έλα να προσκυνήσεις τα είδωλά μας». Έσφαξαν τότε ζώα, έκαναν σπονδές στους θεούς τους και πήραν τον μοναχό και τον ανάγκαζαν να κάνει και αυτός σπονδή μαζί τους. Καθώς εκείνος δεν ήθελε να το κάνει αυτό, τον πλησίασαν θυμωμένοι με τα σπαθιά στα χέρια και τον απειλούσαν ότι, αν δεν θελήσει να θυσιάσει, θα τον σκοτώσουν αμέσως.

Ο μοναχός είδε στα χέρια τους τα σπαθιά, φοβήθηκε και την αγριάδα τους, και δέχτηκε να κάνει σπονδή στα είδωλά τους· έφαγε μάλιστα μαζί με αυτούς και από τα κρέατα των θυσιασμένων ζώων. Δείλιασε δηλαδή τον σωματικό θάνατο και πέθανε ψυχικά με το να αρνηθεί τον Κύριό μας, τον Χριστό.

Στη συνέχεια οι βάρβαροι τον άφησαν ελεύθερο και κατέβηκε από το βουνό. Ήρθε τότε στον εαυτό του, κατάλαβε την ανομία, ή μάλλον την ασέβεια που είχε κάνει, και αφού χτύπησε πολύ το πρόσωπό του και ξέσχισε τα ρούχα του, επέστρεψε στη μονή.

Ο άγιος Παχώμιος, επειδή γνώριζε τι του συνέβη, βγήκε καταλυπημένος να τον υποδεχτεί. Ο αδελφός, όταν τον είδε να έρχεται, έπεσε με το πρόσωπο στη γη και έλεγε με κλάματα: «Αμάρτησα στον Θεό και σ’ εσένα, πάτερ, γιατί δεν άκουσα την καλή σου συμβουλή. Αν σε είχα ακούσει, δεν θα τα πάθαινα αυτά».

«Σήκω επάνω, άθλιε», του είπε ο άγιος. «Στέρησες τον εαυτό σου από τόσα αγαθά, ταλαίπωρε· πραγματικά, σου έβαλαν στεφάνι και το πέταξες από επάνω σου. Ο Κύριός μας, ο Χριστός, ήταν παρών μαζί με τους αγίους αγγέλους του, θέλοντας να βάλει στο κεφάλι σου το στέμμα, και εσύ τον αρνήθηκες μέσα σε μια στιγμή. Επειδή φοβήθηκες τον θάνατο, που κάποτε θα τον υποστείς και χωρίς να θέλεις, χωρίστηκες από τον Θεό σου και έχασες την αιώνια ζωή. Πού είναι τα προηγούμενα που έλεγες; Πού είναι η έντονη επιθυμία σου

«Αμάρτησα από κάθε πλευρά, πάτερ», απάντησε εκείνος, «και δεν μπορώ πια να σηκώσω το πρόσωπό μου στον ουρανό. Χάθηκα, πάτερ· από εδώ και πέρα δεν έχω πού να στηριχτώ για να μπορέσω να μετανοήσω. Τι θα κάνω, πάτερ; Δεν το περίμενα να γίνει αυτό».

Καθώς ο αδελφός έλεγε αυτά και άλλα περισσότερα και έκλαιγε πικρά, ο άγιος του είπε: «Εσύ βέβαια, άθλιε, αποξένωσες εντελώς τον εαυτό σου από τον Κύριο. Ο Θεός όμως είναι αγαθός και ουδέποτε κράτησε την οργή του για πάντα, επειδή ευχαριστείται να δείχνει το έλεός του και, όταν μετανοούμε, παίρνει από επάνω μας τις αμαρτίες μας. Γιατί δεν θέλει τον θάνατο του αμαρτωλού, αλλά τη μετάνοιά του, και το να μη μένει ο πεσμένος στην πτώση του, αλλά να σηκωθεί. Γι’ αυτό μην απελπίζεσαι, υπάρχει ελπίδα σωτηρίας. Γιατί η Γραφή λέει· “Και αν κοπεί το δέντρο, μπορεί να ξαναβλαστήσει” (Ιώβ 14:7). Αν λοιπόν θελήσεις να με ακούσεις σε όλα, όσα θα σου πω, θα βρεις συγχώρηση από τον Θεό».

«Από εδώ και πέρα θα σε ακούσω σε όλα, πάτερ», έλεγε εκείνος κλαίγοντας πικρά, και ο άγιος τον πρόσταξε να αποσυρθεί σε ήσυχο κελλί, να κλειστεί σε αυτό και να μη συναντήσει κανέναν μέχρι τον θάνατό του. Επιπλέον, να τρώει μέρα παρά μέρα, ψωμί μόνο και αλάτι, να πίνει μόνο νερό και να φτιάχνει κάθε μέρα δυο ψάθες –ενώ καθένας από τους υπόλοιπους αδελφούς, σύμφωνα με τον κανονισμό, έφτιαχνε μία–, και να αγρυπνεί και να προσεύχεται όσο μπορεί, χωρίς να αφήνει ποτέ τα δάκρυα.

Ο αδελφός τα δέχτηκε αυτά με προθυμία. Αποσύρθηκε σε κελλί, όπως προστάχτηκε, και έκανε στο διπλάσιο τις εντολές που πήρε. Σε όλη την υπόλοιπη ζωή του δεν συναντήθηκε με κανέναν άλλο, παρά μόνο με τον άγιο, με τον Θεόδωρο και με λίγους από τους άλλους γέροντες. Αφού λοιπόν αγωνίστηκε έτσι δέκα χρόνια, είχε καλό τέλος με τη χάρη του Κυρίου και, όπως βεβαίωσε ο άγιος, βρήκε ανάπαυση.

Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Γ’, Υπόθεση ΛΔ’ (34), σελ. 270. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 2001.


https://www.koinoniaorthodoxias.org/agiologio-eortologio/o-agios-paxomios-kai-i-metanoia-toy-arniti-monaxoy/