Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2013

Από τον Μωάμεθ στον Χριστό!

 
Νικολάου Χειλαδάκη
Δημοσιογράφου-Συγγραφέα-Τουρκολόγου

«Ο Ιησούς είναι ο υιός της Μαρίας, ο απεσταλμένος του Υψίστου και ο Λόγος Του. Τον έστειλε στην Μαρία. Είναι η πνοή Του» - Κοράνι κεφ. 4, σουρά 169.

Μια από τις πιο σημαντικές αλλά και άγνωστες σελίδες της Οθωμανικής ιστορίας, την οποία αποφεύγει σαν «κόκκινο πανί» η σύγχρονη Τουρκία, είναι η αναφορά στους μεγάλους εκείνους μουσουλμάνους «αγίους», που τελικά αποδέχτηκαν την ανωτερότητα του Ιησού Χριστού έναντι του Μωάμεθ και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις μαρτύρησαν και εκτελέστηκαν για αυτή τους την πίστη...
Οι μουσουλμάνοι αυτοί δεν βαπτιστήκαν χριστιανοί και φυσικά δεν κατατάσσονται στον συναξάρι των αγίων της Ορθοδοξίας μας, αποτελούν όμως ένα μεγάλο κόλαφο για το Ισλάμ και ειδικά για την σημερινή ισλαμική Τουρκία, που ακροβατεί επικίνδυνα πάνω σε ένα χάρτινο οικοδόμημα μιας επίπλαστης και τεχνητής εθνοθρησκευτικής ταυτότητας.


Μολά Καμπίζ

Τον δέκατο έκτο αιώνα εμφανίστηκε στην Μικρά Ασία ένας πολύ σημαντικός μουσουλμάνος σεΐχης, ο Μολά Καμπίζ.
Ο Καμπίζ δίδασκε στους μουσουλμάνους ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν κατά πολύ ανώτερος από τον προφήτη Μωάμεθ, αλλά και την υπεροχή της ελληνορθόδοξης θρησκείας έναντι του ιδιότυπου Ισλάμ που είχε επικρατήσει στην Μικρά Ασία. Άρχισε την διδασκαλία του πολύ νωρίς και απέκτησε χιλιάδες οπαδούς και στην Μικρά Ασία αλλά και στην Ρούμελη. Το εκπληκτικό με τον Μολά Καμπίζ ήταν πως δίδασκε φανερά πως ο Χριστός ήταν ανώτερος από τον Μωάμεθ. Το γεγονός αυτό θεωρήθηκε εκπληκτικό από ένα κατά επίφαση μουσουλμάνο.

Μόλις έγινε ευρέως γνωστή η διδασκαλία του, η φήμη του έφτασε και στην οθωμανική αυλή προκαλώντας μεγάλη ταραχή στο μουσουλμανικό ιερατείο. Η διδασκαλία του εξόργισε τους θρησκευτικούς κύκλους της οθωμανικής αυλής και αφού τον συνέλαβαν τον παρέπεμψαν σε δίκη. Εκεί εμφανίστηκε αγέρωχος, σίγουρος και σταθερός στην πίστη του ότι ο χριστιανισμός είναι ανώτερος από το Ισλάμ και ότι ο Χριστός είναι κατά πολύ ανώτερος από τον Μωάμεθ.
Τελικά το δικαστικό συμβούλιο των καζασκέρηδων δεν κατάφερε, εξ αιτίας της μεγάλης του ευγλωττίας με την οποία στήριξε τα επιχειρήματα του, να το καταδικάσουν για να τον εκτελέσουν.
Είναι χαρακτηριστικό πως ο Μολά Καμπίζ έφερε σαν επιχειρήματα για να στηρίξει την διδασκαλία του, ρητά από το ίδιο το Κοράνι υποστηρίζοντας ότι έτσι επαληθεύεται η άποψή του πως ο Χριστός είναι ανώτερος από τον Μωάμεθ.
Το αποτέλεσμα της δίκης και η προσωρινή αθώωση εξόργισε τον τότε σουλτάνο, Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή. Ο σουλτάνος οργισμένος, γιατί «ο άπιστος αυτός, που εξευτέλιζε την δόξα του Προφήτη, κατάφερε να φύγει ατιμώρητος», συγκάλεσε γρήγορα μια άλλη δίκη με την παρουσία του ιδίου του τότε Σειχουλισλάμη (θρησκευτικού αρχηγού των μουσουλμάνων), Κεμάλπασα –Ζαντέ και το καδή της Κωνσταντινούπολης. Ακολούθησε έντονη λογομαχία ανάμεσα στον Σειχουλισλάμη και τον Μολά Καμπίζ. Ο Σεΐχουλισλάμης πάσχιζε να αποστομώσει τον Καμπίζ χωρίς όμως να τον καταφέρει να αποκηρύξει τις απόψεις του. Στο τέλος το δικαστήριο (το 1527), κάτω από την έντονη πίεση του σουλτάνου Σουλεϊμάν του πρώτου, τον καταδίκασε σε θάνατο.

Τελικά ο Μολά Καμπίζ εκτελέστηκε, γιατί δεν δίστασε μπροστά στο ανώτατο θρησκευτικό συμβούλιο της αυτοκρατορίας να υπερασπιστεί την πίστη του με θάρρος και με αντίτιμο την ίδια του την ζωή. Η δίκη του παρομοιάστηκε από τους οπαδούς του με την δίκη του Ιησού Χριστού και η καταδίκη του σε σταυρικό θάνατο θρηνήθηκε με έντονο τρόπο.
Οι οπαδοί του Καμπίζ αναφέρονται ότι υπήρχαν μέχρι τα τέλη του δεκάτου έκτου αιώνα. Η διδασκαλία του είχε διαδοθεί σε πολλές περιοχές της Μικράς Ασίας αλλά και της Θράκης και μέχρι σήμερα αναφέρεται πως υπάρχουν πυρήνες οπαδών του στην μικρασιατική Ανατολία.



Σεΐχης Μπεντρεντίν

Στα τέλη του δέκατου τέταρτου και στις αρχές του δέκατου πέμπτου αιώνα εμφανίστηκε στην Μικρά Ασία ο Σεΐχης Μπεντρεντίν Μαχμούτ (1359- 1420), ένας θρησκευτικός και λαϊκός ηγέτης, ο οποίος από πολλούς μουσουλμάνους τιμάται ακόμα και σήμερα σαν άγιος. Ο Μπεντρεντίν γεννήθηκε στην πόλη Σιμάβ της Ανατολίας, σε μια εποχή που η θρησκευτική ταυτότητα ήταν πολύ μπερδεμένη και συμβίωναν μαζί χριστιανοί ορθόδοξοι, χριστιανοί αιρετικοί, μουσουλμάνοι και εξισλαμισμένοι με ατελή θρησκευτική συνείδηση.
Ήταν Ρωμιός από την μητέρα του και είχε ανατραφεί με χριστιανικά πρότυπα, ενώ μιλούσε πολύ καλά τα ελληνικά και ήξερε αρκετές χριστιανικές προσευχές. Η χριστιανική ελληνορθόδοξη παιδεία του τον επηρέασε καθοριστικά στην μετέπειτα περιπετειώδη ζωή του, που σημαδεύτηκε από μια μεγάλη ανταρσία ενάντια στο θρησκευτικό μουσουλμανικό κατεστημένο. Έκανε θρησκευτικές σπουδές στην Αίγυπτο και όταν γύρισε στην Μικρά Ασία άρχισε να κηρύττει την διδασκαλία του σε ένα κοινό, που τον δέχτηκε σαν μεγάλο δάσκαλο.
Κήρυττε την ισότητα μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων, ενώ το κήρυγμα του περιείχε βασικές χριστιανικές θέσεις. Αλλά το κυριότερο στοιχείο της διδασκαλίας του, που τον έκανε και πολύ γνωστό, ήταν ότι κήρυττε την λατρεία προς τον Ιησού Χριστό, σε σημείο μάλιστα να προκαλέσει τους δογματικούς μουσουλμάνους και να κατηγορηθεί σαν επικίνδυνος γκιαούρης.

Κάποιοι τον είχαν χαρακτηρίσει (Χαλίλ Ιναλτσίκ), σαν θεολόγο, άγιο, μυστικιστή αλλά πολύ περισσότεροι μουσουλμάνοι θεολόγοι τον θεωρούσαν άπιστο και καταραμένο.
Είχε μια καταπληκτική ικανότητα να διεγείρει το ποίμνιό του και εμφανίζονταν σαν τους χριστιανούς Αποστόλους περιοδεύοντας σε πόλεις και χωριά, κηρύττοντας την νέα του διδασκαλία, που ανέτρεπε την μέχρι τότε επικράτηση του Ισλάμ στην Μικρά Ασία. Οι περισσότεροι οπαδοί του προέρχονταν από τις περιοχές της Σμύρνης, του Σαρουχάν (δυτική Μικρά Ασία) και από την περιοχή των Βαλκανίων, δηλαδή περιοχές όπου πλειοψηφούσε το ελληνορθόδοξο χριστιανικό στοιχείο.
Το εντυπωσιακό ήταν πως τον δεχτήκαν και τον πίστεψαν αμέσως οι ελληνορθόδοξοι χριστιανοί. Τον ακολουθούσαν πολλοί χριστιανοί αγρότες, που έβλεπαν στο πρόσωπό του τον λυτρωτή από την καταπίεση που υφίσταντο.
Ο Σεΐχης Μπεντρεντίν πίστευε στον Χριστό, γι’ αυτό και οι χριστιανοί τον τιμούσαν σαν άγιο, ενώ κήρυττε πως το πνεύμα του Χριστού είναι αιώνιο. Ένα άλλο ιδιαίτερο στοιχείο, που τον έκανε να ταυτίζεται με τον χριστιανισμό, ήταν ότι επέτρεπε το κρασί στους οπαδούς του, κάτι που το Ισλάμ το θεωρεί αμαρτία, ενώ δεν έδινε καμιά σημασία αν ο οπαδός του ήταν μουσουλμάνος, ορθόδοξος, αιρετικός ή χριστιανός. Μάλιστα ήταν τόσο αυστηρός στο θέμα αυτό, ώστε κήρυττε πως όποιος μουσουλμάνος έλεγε και χαρακτήριζε απίστους τους χριστιανούς, θα έπρεπε να θεωρηθεί ο ίδιος άπιστος.

Από τις αρχές της δεύτερης δεκαετίας του δέκατου πέμπτου αιώνα οι οπαδοί του είχαν γίνει τόσο πολλοί, ώστε άρχισαν να απειλούν την ίδια την οθωμανική εξουσία. Γύρω στα 1416 ο Μπεντρεντίν αρχίζει μια κανονική ανταρσία, όπως την χαρακτήρισαν οι Οθωμανοί, ενάντια στο μουσουλμανικό θρησκευτικό κατεστημένο. Ο σουλτάνος για να τον αντιμετωπίσει πριν η εξέγερση πάρει επικίνδυνες διαστάσεις, έστειλε ισχυρό στρατό και άρχισε να τον κυνηγά. Γρήγορα όμως κατάλαβε πως ήταν πολύ δύσκολο να τον καταβάλει καθώς οι οπαδοί του και ιδιαιτέρα οι ορθόδοξοι χριστιανοί Έλληνες οπαδοί του, ήταν έτοιμοι να θυσιαστούν για τον δάσκαλό τους.
Τελικά μετά από πολλές μάχες και σκληρή καταδίωξη ο Μπεντρεντίν συλλαμβάνεται και οδηγείται στην πόλη των Σερρών, στην ανατολική Μακεδονία, για να δικαστεί από μουσουλμανικό δικαστήριο. Εκεί τον κατηγορούν ανοιχτά ότι απαρνήθηκε την πατρική του θρησκεία, το Ισλάμ, και ότι κήρυττε την επιστροφή στον χριστιανισμό. Στις Σέρρες ο Μπεντρεντίν καταδικάστηκε σε θάνατο και κρεμάστηκε δημόσια για να παραδειγματιστούν οι οπαδοί του.




Μουσταφά Μπορκλουτζέ

Οι δυο κυριότεροι μαθητές του Μπεντρεντίν ήταν ο Τοπράκ Κεμάλ και ο Μουσταφά Μπορκλουτζέ. Η περίπτωση του Μπορκλουτζέ είναι εξαιρετική, γιατί η ζωή του, όπως εξιστορήθηκε από τους οπαδούς του, δείχνει την μεγάλη επίδραση που είχε πάνω τους η ζωή του Ιησού Χριστού.
Ο Μπορκλουτζέ ήταν ένας δάσκαλος, που δίδαξε στο ποίμνιό του την ανωτερότητα του χριστιανισμού, πιάστηκε από τους μουσουλμάνους Οθωμανούς, δικάστηκε, καταδικάστηκε σε θάνατο, σταυρώθηκε και πέθανε πάνω στον σταυρό. Αλλά το πιο εκπληκτικό είναι, όπως διαδόθηκε μετά τον θάνατό του, ότι επανήλθε στην ζωή και κυκλοφορούσε στην νήσο Σάμο μέχρι να χαθεί με ένα περίεργο τρόπο για πάντα.
Είναι δηλαδή προφανής η παρομοίωσή του με τον Χριστό που του έγινε από τους πιστούς οπαδούς του. Ο Μπορκλουτζέ, όπως υποστήριξαν οι οπαδοί του, ήταν ένας δάσκαλος που θυσιάστηκε για τους μαθητές και οπαδούς του, αλλά και ένας μύθος, ένας θρύλος που παρουσιάστηκε σαν μια παράλληλη μορφή με τον ίδιο τον Ιησού Χριστό σε ένα μουσουλμανικό περιβάλλον, γι’ αυτό και αποτελεί μια εξόχως ιδιαίτερη περίπτωση.

Έζησε και αυτός στα τέλη του δέκατου τέταρτου και στις αρχές του δέκατου πέμπτου αιώνα. Σαν γενέτειρά του αναφέρεται η πόλη του Αϊδίνου στην ευρύτερη περιφέρεια της Σμύρνης, μια περιοχή όπου πάντα κατοικούσε πυκνός ελληνορθόδοξος πληθυσμός.
Ακολούθησε τον δάσκαλό του Μπεντρεντίν, αλλά γρήγορα απέκτησε το δικό του ποίμνιο στην περιοχή της δυτικής Μικράς Ασίας. Λέγεται ότι τον ακολουθούσαν, κατά άλλους 4.000, κατά άλλους 10.000 πιστοί οπαδοί του. Ο Μπορκλουτζέ (που θεωρήθηκε σαν ο διάδοχος του Μπεντρεντίν) κήρυττε όπως και ο Μπεντρεντίν την ανωτερότητα του χριστιανισμού έναντι του Ισλάμ. Είχε όμως προχωρήσει ακόμα περισσότερο από τον Μπεντρεντίν και συμπεριφέρονταν στους χριστιανούς σαν να ήταν άγγελοι, ανεβάζοντάς τους πιο πάνω από τους μουσουλμάνους. Μάλιστα έφτασε στο σημείο να καλέσει τους παπάδες της Χίου να προσχωρήσουν στο κήρυγμα του. Έτσι μετά από λίγο καιρό παρατηρήθηκε να τον ακολουθούν ανάμεσα στους οπαδούς του και ελληνορθόδοξοι ιερείς, δίνοντας μια ιδιαίτερη διάσταση στην διδασκαλία του στην περιοχή της δυτικής Μικράς Ασίας.

Το κίνημα του, όπως και το κίνημα του Μπεντρεντίν, θεωρήθηκε από τον σουλτάνο σαν ανταρσία και στάλθηκε ισχυρή στρατιωτική δύναμη να τον αντιμετωπίσει. Οι δυνάμεις του σουλτάνου προέβησαν σε σφαγές χιλιάδων οπαδών του.
Τελικά μετά από ένα άγριο κυνηγητό ο Μουσταφά Μπορκλουτζέ συνελήφθη και υπέστη από τους άντρες του σουλτάνου, όπως χαρακτηριστικά ιστορούσαν οι οπαδοί του, τα βάσανα του ίδιου του Ιησού Χριστού. Τον οδήγησαν σε ένα λόφο όπου και τον σταύρωσαν με την κατηγορία ότι δεν είναι μουσουλμάνος, αλλά γκιαούρης και σύμμαχος των χριστιανών τους οποίους αυτός και οι οπαδοί του θεωρούσαν αγγέλους.
Το μαρτύριο αυτό του Μπορκλουτζέ θρηνήθηκε έντονα από τους οπαδούς του, αλλά το εκπληκτικό, και αυτό δείχνει την μεγάλη αγάπη που του είχαν οι οπαδοί του, ήταν πως μετά τον θάνατο του πάνω στον σταυρό πίστεψαν πως αναστήθηκε (Ölümünden sonra aslında ölmeyip Sisam Adasında yaşamaya devam ettiği yayıldı = Μετά τον θάνατο του στην πραγματικότητα δεν πέθανε και διαδόθηκε πως συνέχισε την ζωή του στην νήσο Σάμο).
 Από τότε πολλοί θρύλοι και τραγούδια τραγούδησαν τον μάρτυρα Μουσταφά Μπορκλουτζέ, που πέθανε πάνω στον σταυρό.

 

borkluce-bilge-umar