Μέσα από το χρονικό του Γεωργίου Κωδινού ταξιδέψαμε νοερά για άλλη μια φορά στην Πόλη των Ονείρων μας την εποχή που η Αγιά Σοφιά χτιζότανε και ο Μέγας Ιουστινιανός δεν είχε αποφασίσει ακόμα πως θα την ονομάσει.
Ας αφήσουμε όμως το κείμενο να μας ταξιδέψει...
Ο πρωτομάστορας Ιγνάτιος, καθώς κατέβηκε, άφησε το γιο του, παιδί 14 ετών, να 'χει τον νου του στα εργαλεία που άφησαν οι μάστορες. Όπως λοιπόν καθόταν το παιδί και φύλαγε, ξάφνου του φανερώθηκε κάποιος λευκοντυμένος. Έμοιαζε σαν να ήταν ένας ευνούχος σταλμένος από το παλάτι και τον ρώτησε:
- "Για ποιο λόγο σταμάτησαν οι εργάτες και δεν τελειώνουν γρήγορα το έργο του Θεού, αλλά το 'ριξαν στο φαγητό;"
Και το παιδί τού απάντησε:
- "Κύριέ μου, θα γυρίσουν σύντομα".
Και κείνος πάλι του είπε:
- "Τρέχα γρήγορα να τους φωνάξεις".
Μα το παιδί φοβότανε ν' αφήσει τη θέση του μήπως και χαθεί κανένα εργαλείο. Τότε ο ξένος, που ήταν Άγγελος, του είπε παίρνοντας όρκο:
- "Πήγαινε, φώναξέ τους. Κι εγώ δεν θα φύγω από εδώ ώσπου να γυρίσεις, μα την Αγία Σοφία, τον Λόγο του Θεού, που τώρα κτίζεται".
Σαν άκουσε τον όρκο του Αγγέλου το παιδί, πήγε στα γρήγορα και βρήκε τον πατέρα του τον Ιγνάτιο. Του λέει για τον ασπροντυμένο. Και αυτός οδηγεί το παιδί στον Αυτοκράτορα, που έτρωγε εκεί κοντά στο Βαπτιστήριο. Μόλις άκουσε ο Ιουστινιανός αυτά που είπε το παιδί, το καλεί κοντά του και του δείχνει όλους τους ευνούχους. Και όταν εκείνο κανένα δεν αναγνώρισε να μοιάζει του λευκοφορεμένου, κατάλαβε πως ήταν Άγγελος Κυρίου. Εκείνο που του έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ήταν ο όρκος, όπως τον άκουσε από το παιδί και ακόμη πως ήταν λευκοντυμένος και έβγαζαν φωτιά τα μάγουλα, και η θωριά του ήταν αλλιώτικη.
Χάρηκε πολύ ο Ιουστινιανός και δόξασε τον Θεό, που έδειξε την ευδοκία Του για το έργο. Από τότε κάλεσε την εκκλησία Αγία Σοφία, λύνοντας έτσι την απορία του, τι όνομα να της δώσει. Ακόμη κάλεσε πολλούς οσίους κι ενάρετους ανθρώπους, που τον συμβούλεψαν να μη γυρίσει το παιδί στην εκκλησία, γιατί αν γύριζε, ο φύλακας Άγγελος θα έφευγε από τον τόπο. Όπως του είπαν, έτσι κι έκανε. Γιόμισε με πλούτη το παιδί και το έστειλε να ζήσει στα νησιά της Προποντίδας. Και ο άγγελος έμεινε να φυλάγει την εκκλησία ως τα σήμερα, όπως είχε ορκισθεί.
Από το χρονικό του Γεωργίου Κωδινού
Ας αφήσουμε όμως το κείμενο να μας ταξιδέψει...
Ο πρωτομάστορας Ιγνάτιος, καθώς κατέβηκε, άφησε το γιο του, παιδί 14 ετών, να 'χει τον νου του στα εργαλεία που άφησαν οι μάστορες. Όπως λοιπόν καθόταν το παιδί και φύλαγε, ξάφνου του φανερώθηκε κάποιος λευκοντυμένος. Έμοιαζε σαν να ήταν ένας ευνούχος σταλμένος από το παλάτι και τον ρώτησε:
- "Για ποιο λόγο σταμάτησαν οι εργάτες και δεν τελειώνουν γρήγορα το έργο του Θεού, αλλά το 'ριξαν στο φαγητό;"
Και το παιδί τού απάντησε:
- "Κύριέ μου, θα γυρίσουν σύντομα".
Και κείνος πάλι του είπε:
- "Τρέχα γρήγορα να τους φωνάξεις".
Μα το παιδί φοβότανε ν' αφήσει τη θέση του μήπως και χαθεί κανένα εργαλείο. Τότε ο ξένος, που ήταν Άγγελος, του είπε παίρνοντας όρκο:
- "Πήγαινε, φώναξέ τους. Κι εγώ δεν θα φύγω από εδώ ώσπου να γυρίσεις, μα την Αγία Σοφία, τον Λόγο του Θεού, που τώρα κτίζεται".
Σαν άκουσε τον όρκο του Αγγέλου το παιδί, πήγε στα γρήγορα και βρήκε τον πατέρα του τον Ιγνάτιο. Του λέει για τον ασπροντυμένο. Και αυτός οδηγεί το παιδί στον Αυτοκράτορα, που έτρωγε εκεί κοντά στο Βαπτιστήριο. Μόλις άκουσε ο Ιουστινιανός αυτά που είπε το παιδί, το καλεί κοντά του και του δείχνει όλους τους ευνούχους. Και όταν εκείνο κανένα δεν αναγνώρισε να μοιάζει του λευκοφορεμένου, κατάλαβε πως ήταν Άγγελος Κυρίου. Εκείνο που του έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ήταν ο όρκος, όπως τον άκουσε από το παιδί και ακόμη πως ήταν λευκοντυμένος και έβγαζαν φωτιά τα μάγουλα, και η θωριά του ήταν αλλιώτικη.
Χάρηκε πολύ ο Ιουστινιανός και δόξασε τον Θεό, που έδειξε την ευδοκία Του για το έργο. Από τότε κάλεσε την εκκλησία Αγία Σοφία, λύνοντας έτσι την απορία του, τι όνομα να της δώσει. Ακόμη κάλεσε πολλούς οσίους κι ενάρετους ανθρώπους, που τον συμβούλεψαν να μη γυρίσει το παιδί στην εκκλησία, γιατί αν γύριζε, ο φύλακας Άγγελος θα έφευγε από τον τόπο. Όπως του είπαν, έτσι κι έκανε. Γιόμισε με πλούτη το παιδί και το έστειλε να ζήσει στα νησιά της Προποντίδας. Και ο άγγελος έμεινε να φυλάγει την εκκλησία ως τα σήμερα, όπως είχε ορκισθεί.
Από το χρονικό του Γεωργίου Κωδινού