Ἕνας ἀπό τούς πρωταθλητές τῆς Ἑλληνικῆς ἐπανάστασης ἀλλά καί τῶν χρόνων μετά ἀπ’ αὐτή, ὑπῆρξε ὁ Ἰωσήφ Ἀνδρούσης.
Πρόκειται γιά μία ἀπό τίς εὐγενέστερες καί ἡρωικότερες μορφές πού πέρασαν ἀπό τή μεσσηνιακή γῆ, καθώς συνδύαζε τήν ἀγωνιστικότητα καί καρτερικότητα τῶν τιμιώτερων προμάχων τῆς πατρίδας, μέ τήν πνευματικότητα καί τό ἦθος τῶν σεπτῶν Ἱεραρχῶν της.
Γεννήθηκε τό 1770 στήν Τρίπολη καί ὀνομαζόταν Ἰωάννης Καρώνης. Σπούδασε στή Σχολή τῆς Δημητσάνας καί σέ ἡλικία 20 ἐτῶν ἐκάρη Μοναχός στή Μόνη Ἁγίου Νικολάου Βαρσῶν, παίρνοντας τό ὄνομα Ἰωσήφ.
Ἔπειτα στά 1792 χειροτονήθηκε ἱεροδιάκονος στήν Τρίπολη, ὅπου παρέμεινε γιά 14 χρόνια «ὑπηρετῶν μετά πάσης ἐμπιστοσύνης,εἰλικρινείας καί καθαρότητος».
Μάλιστα, ἐπειδή ὁ Μητροπολίτης ἦταν γέροντας, εἶχε ἀναλάβει ὁ Ἰωσήφ νά ἐπιλύει τά προβλήματα καί νά κηρύττει τό Θεῖο Λόγο.
Στά 1806 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καί ἔπειτα Ἀρχιερέας στή θέση τοῦ ἀποχωρήσαντος, λόγῳ γήρατος, Ἐπισκόπου Ἀνδρούσης.
Ἡ ἐνθρόνιση ἔγινε στήν πρωτεύουσα τῆς Ἐπαρχίας, τή Μεσσήνη. Ἀπό τή θέση αὐτή παρηγοροῦσε, νουθετοῦσε, συνέδραμε τούς κατατρεγμένους, ἐπιμελεῖτο τῶν ναῶν καί μοναστηριῶν τῆς ἐπαρχίας του.
Ἦταν ἐπίσης ἀφιλοχρήματος, λέγοντας συχνά: «ὁ ἔχων πίστιν, οὐ δεῖται χρημάτων (δέ χρειάζεται χρήματα)». Τίς νύχτες διάβαζε ἤ προσευχόταν καί ὅταν τελοῦσε τίς ἱερές Ἀκολουθίες συχνά ἔχυνε πολλά δάκρυα.
Στά 1820 μυήθηκε στή Φιλική Ἑταιρεία ἀπό τόν ἀδερφό του καί χαρακτηριστικό εἶναι ὅτι ἀρχικά ἦταν διστακτικός, σκεπτόμενος τά προβλήματα τοῦ λαοῦ, κυρίως τή φτώχεια καί τή φιλοτουρκική στάση πολλῶν.
Ἀξιολόγησε τά πράγματα χωρίς συναισθηματική φόρτιση καί ἔγινε παράγοντας καί ἐκπρόσωπος τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας στή Μεσσηνία.
Ἡ δράση του ἔγινε γρήγορα γνωστή στούς Τούρκους. Γι’ αὐτό καί κλήθηκε ἀπό αὐτούς μαζί μέ προεστούς καί ἄλλους ἀρχιερεῖς στήν Τρίπολη.
Ἔλεγε τότε: «Ἄς τρέξουμε ἐμεῖς, γιά νά κλείσουμε τά μάτια τῶν Ὀθωμανῶν μέχρι νά ἐνισχυθοῦν στρατιωτικά οἱ δικοί μας.Καί ἄν μᾶς θανατώσουν, ἄς γίνει τό θέλημα τοῦ Κυρίου. Πεθαίνουμε λίγοι καί τό Ἔθνος διασώζεται».
Στήν Τρίπολη βρέθηκε στή φυλακή μέ τούς ἄλλους ἀρχιερεῖς σέ σκοτεινό ὑπόγειο δεμένος μέ ἁλυσίδες καί ὑποφέροντας τά πάνδεινα. Καί τότε ὁ Ἰωσήφ ἀνέθεσε τόν ἑαυτό του στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί ἀντιμετώπισε τή δοκιμασία μέ χριστιανική καρτερικότητα.
Στό χρόνο τοῦ ἐγκλεισμοῦ του μελετοῦσε ἱερά βιβλία, ἐνῶ, ὅταν ἐλευθερώθηκε μετά τήν ἅλωση τῆς Τριπολιτσᾶς, μεσίτευσε ὑπέρ τῶν δεσμοφυλάκων καί τῶν ἀγρίων δημίων, γιά νά μήν κατασφαγοῦν ἀπό τούς Ἕλληνες, ἐκδηλώνοντας ἔτσι τήν ἀμνησικακία του.
Στίς ἀρχές τοῦ 1822 ἐκλήθη ἀπό τήν Α΄ Ἐθνοσυνέλευση νά ἀναλάβει τό Ὑπουργεῖο Θρησκευμάτων καί Παιδείας, τό μινιστέριο Θρησκείας, ὅπως λεγόταν. Τό διηύθυνε γιά 3 χρόνια.
Κατά τά χρόνια αὐτά καί ἀπό τή θέση αὐτή φρόντισε ὁ Ἰωσήφ γιά τήν πειθάρχηση τῶν ἐπαναστατημένων κληρικῶν, γιά τή μόρφωσή τους, γιά τή χειροτονία μόνο τῶν κατάλληλων προσώπων, γιά τήν ἀναβάθμιση τοῦ ρόλου τῶν δασκάλων, γιά τήν ἑνότητα καί ὁμόνοια τῶν συζύγων, ὥστε νά ἀποφεύγονται τά διαζύγια.
Στά 1825, ὅταν ὁ Ἰμπραήμ ἀποβιβάστηκε στή Μεθώνη καί στήν Πύλο, ἐπικήρυξε τόν Ἰωσήφ ἔναντι γενναίας ἀμοιβῆς. Ἔτσι, ἀφοῦ ἐμψύχωσε τό λαό τῆς Μεσσηνίας, ὁ Ἰωσήφ κατέφυγε πρόσφυγας στήν Ἐρμιόνη.
Ἀργότερα, ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας συμβουλευόταν τόν Ἰωσήφ καί τόν εἶχε ὁρίσει μέλος τῆς Ἐπιτροπῆς τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων. Ὁ Ἰωσήφ ἐκφώνησε καί τόν ἐπικήδειο λόγο γιά τόν πρῶτο Κυβερνήτη τῆς Ἑλλάδας.
Πρέπει νά συμπληρώσουμε ὅτι ἀργότερα ὁ βασιλιάς Ὄθωνας ἐκτιμοῦσε ἰδιαίτερα τόν Ἰωσήφ καί ὅτι ὁ τελευταῖος ἀντιτάχθηκε στήν ἀλλοτρίωση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπό τούς Βαυαρούς Ἀντιβασιλεῖς.
Τέλος, ὁ Ἰωσήφ τάχθηκε ὑπέρ τῆς Ἐπανάστασης τοῦ λαοῦ τό Σεπτέμβριο τοῦ 1943.
Καί σέ ἡλικία 74 ἐτῶν στίς 13 Μαρτίου 1844, ἔφυγε ἀπό αὐτή τή ζωή ἕνας ἀγωνιστής ἱεράρχης, ἕνας φωτισμένος ἡγέτης, ἕνας πνευματέμφορος ἄνθρωπος.
Καί οἱ προτομές του στόν προαύλειο χῶρο τῆς Ὑπαπαντῆς στήν Καλαμάτα καί στήν κωμόπολη τῆς Ἀνδρούσης μένουν ἐκεῖ γιά νά μᾶς θυμίζουν, σέ πεῖσμα τῶν καιρῶν, ὅτι «ὁ νέος ἑλληνισμός ὀφείλει τή ζωή του στήν Ἐκκλησία του». Καί ἐπίσης γιά νά μᾶς ἐμπνέουν νά φανοῦμε ἀντάξιοι συνεχιστές τέτοιων προγόνων.
Κ.Κ.
ΠΗΓΕΣ:
1. Μητροπολίτου Μεσσηνίας Χρυσοστόμου,Ἰωσήφ Ἀνδρούσης, Καλαμάτα 1961.
2. Ἰωάννου Μπουγᾶ, Ἰωσήφ Ἐπίσκοπος Μεσσήνης ὁ ἀπό Ἀνδρούσης, ὁ πρῶτος μινίστρος τῆς Θρησκείας καί τοῦ Δικαίου καί πρῶτος Ἐπίσκοπος Μεσσηνίας.
ΚΙΒΩΤΟΣ
ΠEPIOΔIKH EKΔOΣIΣ KATHXHTIKΩN ΣXOΛEIΩN IEPAΣ MHTPOΠOΛEΩΣ MEΣΣHNIAΣ
ΤΕΥΧΟΣ 47 – ΜΑΡΤΙΟΣ 2015